Design a site like this with WordPress.com
Get started

THE FOOTBALL FACTORY : Μία βαριά και ασταμάτητη βιομηχανία βίας.

By Αντρέι Κοτσεργκίν

“I need violence to make me feel I’m still alive.”

Οι Άγγλοι ανέκαθεν ετρεφαν μια παθιασμένη εξάρτηση με το ποδόσφαιρο, η οποία αγγίζει τα επίπεδα ενός σχεδόν “Hellraiserσαδομαζοχισμου.

Είναι το έθνος που όχι μόνο δημιούργησε αυτό το σπουδαίο άθλημα αλλά το εξέλιξε σε παγκόσμιο θέαμα και μια βιομηχανία δισεκατομμύριων. Οι ομάδες τους μέχρι και σήμερα αποτελούν την αφρόκρεμα αυτής της βιομηχανίας. Τα στάδια τους, ακόμη και στις μικρότερες κατηγορίες, γεμίζουν ασφυκτικά και κάθε αγώνας, ανεξαρτήτου δυναμικής και σημασίας, φαντάζει με γιορτή λόγω του παθιασμένου αλλά και μυσταγωγικου τρόπου με τον οποίο εμψυχωνουν οι οπαδοί τις ομάδες τους.

Μία “γιορτή” του ποδοσφαίρου εκτυλίσσεται πολλές φορές και έξω από τα γήπεδα. Λαμβάνει μέρος σε σοκάκια, κάτω από γέφυρες ή σε ερημικα οικόπεδα.

Μονάχα που αυτή η “γιορτή” θυμίζει περισσότερο εκείνα τα θεάματα που έστηναν οι Ρωμαίοι μέσα στο Κολοσσαιο πριν από εκατοντάδες χρόνια…

Εκτός του ποδοσφαίρου η Αγγλία έχει και μια άλλη βαριά βιομηχανία :

Αυτή του χουλιγκανισμου.

Όπως και στο ποδόσφαιρο έτσι και στον χουλιγκανισμο οι Άγγλοι εδώ και δεκαετίες δεν σταματούν να παράγουν “ταλέντα“.

Ακριβώς σε ένα τέτοιο ” ταλέντο” επικεντρώνεται το THE FOOTBAL FACTORY, του 2004 και σε σκηνοθεσία Nick Love.

Το φιλμ βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του John King. Πριν μεταπηδήσει στο επάγγελμα του συγγραφέα και ξεκινήσει να ξεκαυλωνει επάνω στην γραφομηχανή o King υπήρξε, επί πολλά χρόνια, οργανωμένος χούλιγκαν.

Πάρα το γεγονός ότι οι χούλιγκανς περνάνε τα ΣΚ τους τιγκαρισμενοι στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά και φέρουν επάνω τους μια σωρεία από εγκεφαλικά τραύματα παραδόξως ο King στο βιβλίο του ξεδιπλώνει μια απίστευτα νηφάλια μελέτη επάνω στο φαινόμενο του χουλιγκανισμου, τις ρίζες και τις αιτίες που κρύβονται πίσω του.

Ο Love δεν εφαρμόζει στην ταινία του παρόμοια τακτική και σε μερικές σκηνές μοιάζει να εξυμνεί την οπαδικη βία. Της προσδίδει έναν ρομαντισμό πάρα το γεγονός ότι “ήρωας” του εδώ είναι ένας 30αρης μπουνταλας που φαίνεται να βρίσκεται συνεχώς υπό την επήρεια αλκοόλ, ναρκωτικών και οργής…

“I’m just another bored male, approaching 30, in a dead-end job, who lives for the weekend. Casual sex, watered-down lager, heavily cut drugs. And occasionally kicking fuck out of someone.”

Ο Tommy Johnson, ένας επίδοξος… ορνιθολογος (?!) αρέσκεται να αναλωνει τα σαββατοκύριακα του σε τρία μέρη :

Α. Στην τοπική του παμπ / αρχηγείο της φίρμας του.

Β. Στο γήπεδο.

Γ. Σε οποιαδήποτε ερημική τοποθεσία η οποία προσφέρεται ώστε να διεξαχθεί μια, διόλου φιλική, αναμέτρηση ανάμεσα στην φίρμα του και τις αντίπαλες φίρμες.

Ο Tommy ανήκει στους χούλιγκανς της Chelsea. Φαίνεται να ζει, να αναπνέει και (κυριολεκτικά) να ματώνει για την λατρεμένη του ομάδα. Όμως ύστερα από ένα αδυσώπητο ξυλίκι που θα δεχθεί από τους οπαδούς της Tottenham ο άντρας αυτός θα ξεκινήσει να αναθεωρεί τις προτεραιότητες του σε αυτή την ζωή…

“Αξίζει να ακολουθώ ένα Lifestyle που κάθε λίγο και λιγάκι με στέλνει να ξυπνάω μέσα σε ένα νοσοκομείο και γεμάτος μελανιές?”

Στo THE FOOTBALL FACTORY ο “ήρωας” περνάει μια σύντομη “αφύπνιση” μόνο και μόνο ώστε στο φινάλε να υποκύψει στον πειρασμό να σαπίσει στο ξύλο τους οπαδούς, της μισητής αντιπάλου Millwal.

Ανάμεσα στο δίλημμα που αντιμετωπίζει ο Tommy ο σκηνοθέτης προλαβαίνει να εξερευνήσει το πως στήνονται και λειτουργούν οι περίφημες φίρμες του Βρετανικού ποδοσφαίρου και πως μέσα σε αυτές δραστηριοποιείται ο υπόκοσμος. Κακά τα ψέματα όταν έχεις μια παμπ γεμάτη με χούλιγκανς το να τους πουλάς χόρτο ή χάπια αποτελεί μια άκρως επικερδής και σταθερή επιχειρηματική δραστηριότητα. Παραδοσιακά σε κάθε κίνημα εμφανίζονται και εκείνοι που μέσω μιας “ιδεολογικής” βιτρίνας θα κοιτάξουν πως θα επωφεληθούν σε προσωπικό επίπεδο.

Ο Love αρνείται πεισματικά να ασκήσει κριτική στον χουλιγκανισμο και τις προεκτάσεις του. Ναι σε αρκετές περιπτώσεις τον σατιρίζει όμως κυρίως τον απεικονίζει με μια “βρώμικηαίσθηση αφοσίωσης σε κάτι το “ανώτερο“. Τα μέλη / πολεμιστές της φίρμας είναι η εργατική τάξη της Βρετανίας. Η τάξη αυτή εκπροσωπεί το 70% του πληθυσμού της Βρετανίας!

Το THE FOOTBAL FACTORY κόστισε μόλις 500 χιλιάρικα για να χτιστεί αλλά ο σκηνοθέτης εδώ πραγματικά παίζει μπαλίτσα επιπέδου Πρεμιερ Λιγκ στο τεχνικό κομμάτι. Επιστρατεύει γνήσιους χούλιγκανς ώστε να στήσει χορογραφίες βρωμοξυλου που φαντάζουν γαματες αλλά και ρεαλιστικές. Το cast απαρτίζεται από κάθε λογής κατακάθια. Οι χαρακτήρες μοιάζουν λες και προέρχονται κατευθείαν μέσα από τα εργοστάσια, τις καφετέριες και τις παμπ του Λονδίνου. Σε αντίθεση με ταινίες όπως το GREEN STREET HOOLIGANS, που πασχισαν μάταια να μας πείσουν ότι ο Elijah Wood μπορεί να πλακώσει κάποιο ντερεκι, εδώ οι σκατοφατσες του cast ζεχνουν από γνήσια οργή και ψυχολογική “θολούρα“. Παρόλα αυτά δεν φαντάζουν σαν τίποτε θηριώδεις “γκάνγκστερ” ή πορτιέρηδες.

Είναι η γενιά που γέννησε η Μάργκαρετ Θάτσερ :

Είναι “παιδιά” της διπλανής πόρτας που όμως αντίθετα με σένα γουστάρουν να περνούν τα ΣΚ τους ανοίγοντας τα κεφάλια των “εχθρών “τους απάνω σε κάποιο πεζοδρόμιο.

Κάθε χτύπημα που ρίχνουν αλλά και που δέχονται λειτουργεί ως “παράσημο“. Στο τέλος η μοναδική “ανταμοιβή ” που λαμβάνουν είναι η αποδοχή των συντρόφων τους. Ένα νεύμα, ένα χειροκρότημα και αντε το πολύ καμία κερασμένη μπύρα. Η αίσθηση ότι είναι ενεργά και εξέχοντα μέλη μιας λέσχης που αποτελείται από φτωχά, τίμια, εργατικά αλλά και “κυρίαρχα” αρσενικά είναι αρκετή ώστε να γεμίσει το απόλυτο κενό της ύπαρξης τους.

Ανέφερα πιο πάνω ότι ο σκηνοθέτης μοιάζει να εξυμνεί και να ρομαντικοποιει τον χουλιγκανισμο. Η εντύπωση αυτή σου μένει όχι τόσο λόγω προθέσεων ή κάποιας “ατζέντας” εκ μεριάς του αλλά επειδή το σκηνοθετικό του ύφος πατάει ευλαβικά επάνω στις διδαχές του Guy Ritchie. O Love πάει να εφαρμόσει μια “Καπνισμενες Κάννες” μέθοδο επάνω στο σενάριο, τους χαρακτήρες και την βία του. Σε έναν βαθμό τα καταφέρνει μια χαρά. Η αφήγηση και το μοντάζ έχουν μια φρενίτιδα σαν και εκείνη των πρώτων ταινιών του Ritchie. Οι “ήρωες” του μοιράζονται διαλόγους και καταστάσεις παρόμοιες με εκείνους του Ritchie. Υπάρχει γνήσιο Βρετανικό ύφος και τσαγανό σε αυτή την ταινία. Εκεί που κάνει γκελ “η μπάλα” είναι στην σάτιρα. Ο Love δεν έχει το καυστικό χιούμορ του συναδέλφου του.

Εν κατακλείδι θα έλεγα ότι ο σκηνοθέτης προσπαθεί, ανάμεσα στο όλο ξυλίκι και τις καταχρήσεις, να συνθέσει ένα πορτραίτο χαρακτήρων. Δεν επιθυμεί να εξυμνησει το lifestyle του χουλιγκανισμου αλλά θέλει να μελετήσει την ψυχολογία των θιασωτων του και να μας δείξει το ποσό μπορεί να διαβρωθεί ένας άντρας μέσα από την προσπάθεια/εμμονή του να δεθεί με άλλους άντρες.

Στην τελική θα έλεγα ότι ο Love εδώ λειτουργεί σαν ένας προπονητής που ξέρει πως να εμψυχώσει τους παίκτες του ώστε να παίξουν γρήγορα και φουλ επίθεση αλλά σε άλλα κομμάτια τακτικής υστερεί αρκετά. Και κάπως έτσι το ματς καταλήγει σε φάση “Όσα φάμε και όσα βάλουμε “.

Προσωπικά δεν με χαλάνε καθόλου τέτοιου είδους αναρχα ντέρμπι!

Το THE FOOTBALL FACTORY βγήκε στις αίθουσες λίγο πριν την έναρξη του EURO 2004. Δεν ήταν και λίγοι εκείνοι που κατηγόρησαν τον σκηνοθέτη ότι μέσα από την βία και το μαύρο χιούμορ του ” παρότρυνε” τους Άγγλους χούλιγκανς να τα κάνουν όλα λίμπα για όσο καιρό θα βρίσκονταν στην Πορτογαλία…

Εδώ συναντάμε μια ξεδιάντροπη υποκρισία.

Οι Άγγλοι Χούλιγκανς ποτέ τους δεν θα είχαν ανάγκη μια γαμημενη ταινία ώστε να βρουν αφορμή να σπάσουν κεφάλια. Η ” ανάγκη” αυτή βρισκόταν μέσα τους από εποχής Μάργκαρετ Θάτσερ και από ακόμη πιο παλιά. Είναι σχεδόν αρχέγονη.

Ο χουλιγκανισμος τρέφεται παραδοσιακά από την αγανάκτηση, την οργή και την αμορφωσιά. Δεν είναι κάνα “μοντέρνο” φαινόμενο. Τον συναντάμε στην ιστορία μας από εποχές Βυζαντινής Αυτοκράτορας, μέσα από γεγονότα όπως η περίφημη στάση του Νικα. Στην Αγγλία εμφανίστηκε τον 14ο αιώνα. Το 1314 ο Βασιλιάς Εδουάρδος ο Δεύτερος αναγκάστηκε να απαγόρεψει το ποδόσφαιρο (που τότε παίζονταν ανάμεσα σε χωρικούς που κλωτσαγαν… μια κύστη γουρουνιού!) επειδή διέκρινε ανησυχητικά σημάδια μέσα στο παθιασμένο πλήθος που το παρακολουθούσε. Πίστευε ότι το πάθος των οπαδών θα μπορούσε να εξελιχθεί σε κοινωνική αναταραχή ή ακόμη χειρότερα σε επανάσταση!

Το ποδόσφαιρο ανέκαθεν έδινε την ευκαιρία στον ταλαιπωρο λαουτζικο όχι μόνο να ξεδωσει αλλά του παρείχε την μοναδική ευκαιρία να κάτσει δίπλα στους ηγέτες του και να διαμαρτυρηθει απέναντι τους, δίχως να υποστεί άμεσες συνέπειες.

Η ιδέα ότι μέσω του Ποδοσφαίρου μπορείς να ασκεις κριτική στην ηγεσία, χωρίς τον κίνδυνο να οδηγηθείς στο εκτελεστικό απόσπασμα, παραμένει μέχρι και σήμερα στην συνείδηση της εργατικής τάξης. Στα 80s οι σκληρές πολιτικές της Θάτσερ δημιούργησαν μια ολόκληρη γενιά που υπέφερε από αγανάκτηση και τσαντίλα. Η γενιά αυτή δεν διέκρινε το παραμικρο μέλλον, καμία ευκαιρία για εξέλιξη και ευημερία. Και κάπως έτσι ένα, σημαντικό, κομμάτι της αποφάσισε να ξεδωσει μέσα στα γήπεδα. Η ειρωνεία είναι ότι κατέληξε να βγάζει τον θυμό της απέναντι σε μέλη της τάξης της.

Η ραγδαία εξάπλωση του χουλιγκανισμου είχε ως συνέπεια να βιώσουμε την περίφημη τραγωδία του Χειζελ, το 1985. Τότε 39 οπαδοί έχασαν την ζωή τους και εκατοντάδες τραυματιστηκαν. Το αποτέλεσμα ήταν οι Αγγλικές ομάδες να φάνε ένα πενταετές μπαν από τις Ευρωπαϊκές οργανώσεις. Κάτι που συνέβη με παρότρυνση της Θάτσερ η οποία βρήκε επιτέλους την “ευκαιρία” να εξολοθρεύσει το κίνημα του Χουλιγκανισμου. Τα Αγγλικά στάδια εξελίχθηκαν σε “οχυρά” γεμάτα μπάτσους, σεκιουριτι και κάμερες. Και ναι το ξυλίκι και οι καφρίλες μπορεί να κόπηκαν μέσα στα γήπεδα όμως μέχρι και σήμερα συνεχίζουν,τακτικά, να κάνουν την εμφάνισή τους έξω και γύρω από αυτά. Στην τελική είναι πιο εύκολο απλά να “σκουπίσεις” την κοινωνική οργή και την αγανάκτηση κάτω από ένα χαλάκι πάρα να τα εξαλείψεις…

Όπως πολλά, μακροχρόνια, κινήματα έτσι και ο χουλιγκανισμος με το πέρασμα των εποχών ξέχασε ή διαστρεβλωσε τις οποίες “αξίες” ή “στόχους ” του. Σήμερα απαρτίζεται κυρίως από άντρες που σκοτώνονται μεταξύ τους δίχως λόγο ή αιτία. Δεν συναντάται μέσα του καμία “ιδεολογία“. Είναι απλά μια βίαιη αναμέτρηση εγωισμων ανάμεσα σε μπερδεμένους και προβληματικους άντρες.

Έχω έναν παλιό συνάδελφο και φίλο που ανήκει στο οπαδικο κίνημα. Κάποτε έφαγε πέντε χρόνια φυλακή επειδή συμμετείχε σε δολοφονία. Δεν τον θεωρώ “κακό “άνθρωπο. Ίσα, ίσα ανέκαθεν μου φαινόταν ένας αρκετά cool τύπος και σε αρκετές περιπτώσεις μου έδειξε στοιχεία ενός καλού και ανιδιοτελή ανθρώπου . Όμως η αφοσίωση / ψύχωση του απέναντι “στην ομάδα” κάπου θόλωσε εντελώς τον νου του. Οι συνέπειες αυτής της θολούρας ήταν ένας πενταετής εγκλεισμός. Έχοντας πλέον βγει από την φυλακή ο άνθρωπος αυτός έχει κατορθώσει να κάνει μια οικογένεια. Έφερε στον κόσμο δύο παιδιά που τα φροντίζει και τα αγαπάει. Δουλεύει και κινείται λειτουργικά μέσα στην “πολιτισμένη” κοινωνία. Και όμως καμιά φορά αν εμφανιστεί κάνας πιτσιρικάς που “ανήκει στην ομάδα” και αφού τον κοιτάξει με δέος στην συνέχεια τον ρωτήσει “ει ΕΣΥ δεν είσαι εκείνος που…?!” ο άντρας αυτός δεν αποκλείεται να φουσκώσει από υπερηφάνεια. Στην συνέχεια θα πάρει τον πιτσιρικά σε μια γωνία ώστε να του “μάθει” μερικά πραγματάκια ” για την ομάδα“, την αξία και την σημασία της και στο πως θα εξελιχθεί σε ένα ” σωστό “μέλος της αγέλης …

Στο THE FOOTBALL FACTORY ο Nick Love αποτυπώνει πλήρως μια τέτοια κατάσταση. Στο φινάλε ο Tommy Johnson πετάει στα σκουπίδια τους οποίους ενδοιασμούς του και επιστρέφει πίσω στην φίρμα. Νιώθει ότι στα σκαμπό της παμπ, ανάμεσα στους συντρόφους του, μέσα στο πούλμαν που τους ταξιδεύει από γήπεδο σε γήπεδο, στα ερημικα δρομάκια και τα οικόπεδα, κάπου ανάμεσα στα συνθήματα και τους ύμνους των γηπέδων αλλά και στις ματωμένες γροθιές του θα βρει αυτό το “κάτι” που θα γεμίσει το κενό της ύπαρξης του. Ένα κενό που οφείλεται όχι μονάχα στην ψυχοσύνθεση του ίδιου αλλά είναι και μια συνέπεια των τρόπων με τους οποίους κινείται η κοινωνία μας.

Στην τελική το να πας να πλακωθείς με κάποιον που βρίσκεται ακριβώς στην ίδια κατάσταση με εσένα απαιτεί λιγότερη σκέψη και οργάνωση από το να οργανώσεις μια επανάσταση ή από το να φτιάξεις την ζωή σου . Και οκ αν τα πράγματα δεν πάνε βάση “σχεδίου” το πολύ πολύ να βγάλεις την νύχτα μέσα σε ένα νοσοκομείο ή μια φυλακή. Μικρό τίμημα αν αναλογιστείς ότι την επόμενη μέρα μπαίνοντας στην παμπ θα έχεις κερδίσει την αποδοχή των υπολοίπων “κυρίαρχων αρσενικών”. Ίσως και μια κερασμένη μπύρα!

Ναι στο THE FOOTBALL FACTORY συναντάται ένας ρομαντισμός. Αυτό συμβαίνει όμως μονάχα επειδή ο Tommy αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως έναν “Ιππότη” ο οποίος είναι προορισμένος να υπερασπιζεται την “τιμή” μιας “ανώτερης” δύναμης και ιδεολογίας. Επιτέλους βρήκε το “Καμελοτ” του. Ένα μέρος όπου η αξία και οι ικανότητες του θα αναγνωριστουν από το σύνολο…

“What else are you gonna do on a Saturday? Sit in your fuckin’ armchair wankin’ off to Pop Idols? Then try and avoid your wife’s gaze as you struggle to come to terms with your sexless marriage?”

~Tommy

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

Blog at WordPress.com.

Up ↑

%d bloggers like this: