By Αντρέι Κοτσεργκιν
“A great day this has turned out to be. I’m suicidal, me mate tries to kill me, me gun gets nicked and we’re still in fucking Bruges.”
Στο In Bruges ο σκηνοθέτης Martin McDonagh στέλνει δύο επαγγελματίες δολοφόνους για διακοπές στην Μπριζ.
Ο ένας φονιάς, που ακούει στο όνομα Ken, θα απολαύσει όλα τα αξιοθέατα, την τέχνη και τις μπύρες που του προσφέρει αυτός ο τόπος. Ο δεύτερος πάλι, ο Ray, δεν δίνει την παραμικρή δεκάρα για το περιβάλλον γύρω του και κρίνει τις Βελγικες μπύρες ως “Gay“…

Δεν χωράει αμφισβήτηση ότι το Βέλγιο έχει μια από τις καλύτερες παραγωγές μπύρας στον πλανήτη. Ειδικά κάτι μοναστηριακες που βγάζει αποτελούν την αφρόκρεμα του αλκοόλ. Γενικότερα υπάρχει τεράστια ποικιλία σε είδη και γεύσεις. Να όμως που ο Ray αδυνατεί ή απλά δεν θέλει να γευτεί όλα όσα έχει να του προσφέρει αυτή η χώρα. Αντίθετα παραγγέλνει συνεχώς τίποτε πικρές και κατάμαυρες Guiness (πάντως λατρεμένη μπύρα και αυτή) ή τίποτε ξανθά νεροπλυματα Βρετανικής παραγωγής.
Οι μπύρες που καταναλώνει ο Ray τον χαρακτηριζουν ως άτομο :
Ένας πικροχολος άντρας που πλέον δεν τολμά να δοκιμάσει τίποτα καθώς η ύπαρξη του έχει βυθιστεί στην απόλυτη μαυρίλα.
Βέβαια και ο σαφώς πιο ευχάριστος και χαμογελαστός Ken κρύβει επίσης μια μαυρίλα μέσα του. Η σκέψη ότι οι διακοπές που περνάει μαζί με τον συνεργάτη του είναι απλά μια σύντομη στάση πριν αναγκαστεί να τον δολοφονήσει καταπλακωνει την διάθεση του. Ω ναι, ακόμη και οι βετεράνοι δολοφόνοι καμία φορά διατηρούν την ψυχή τους.
Δύο φονιάδες που παλεύουν με την κρίση συνείδησης. Ο ένας βασανίζεται μέρα και νύχτα από έναν φόνο που διέπραξε. Ο δεύτερος αισθάνεται τύψεις για τον φόνο που σχεδιάζει να κάνει.

Ο Colin Farrell χρειάστηκε να ταξιδέψει μέχρι την Μπριζ ώστε να με πείσει ότι είναι καλός ηθοποιός. Εδώ βυθίζεται ολόκληρος στην κατάθλιψη, την ενοχή και τον κυνισμο και είναι απλά εξαιρετικός. Παρά το περιτύλιγμα του “μαλακα” και του “χαλάστρα” που τον ντύνει καταλήγει να μας δώσει έναν τραγικό χαρακτήρα που θες να τον δεις να κερδίζει μια κάθαρση. Και αυτό ενώ εξαρχής μαθαίνουμε ότι ο τυπάς σκότωσε, κατά λάθος, ένα παιδί. Οι φονιάδες παιδιών που διακρίνονται από κάποιον παράγοντα εξιλέωσης είναι σπάνιο φαινόμενο στο σινεμά. Πόσο μάλλον όταν από την εισαγωγή κιόλας της ταινίας τους βλέπουμε να σκοτώνουν έναν παπά αλλά και ένα παπαδοπαιδι!
Ο Ken πάλι έχει το δικό του βάρος να κουβαλήσει καθώς παλεύει να αποφασίσει αν μπορεί ή πρέπει να εκτελέσει την οδηγία θανάτου που έχει λάβει από τον εργοδότη του. Ο Brendan Gleeson αντιμετωπίζει το δίλημμα του με μια θεατρικότητα.
Ο σκηνοθέτης στήνει την υπαρξιακη του φιλοσοφία μέσα από μια σειρά περίεργων και κομικοτραγικων καταστάσεων και χαρακτήρων. Εδώ έχουμε μια πικρόχολη, κατάμαυρη κωμωδία όπου ακόμη και το παραδοσιακά αστείο και κλασικό slapstick χιούμορ εξελίσσεται σε “περίστροφο“.

Ειδικά οι ατάκες εδώ ζεχνουν από κυνισμο :
“A uzi? I’m Not from south ~ central Los Fuckin Angeles. I didn’t come here to shoot twenty black ten year Olds in a drive~by. I Want a normal Gun for a normal person.”
“I was on a very strong horse tranquilizer today. I wasn’t waving hello to anyone, except maybe a horse.”
“Don’t know any Belgium jokes, and if I did I think I’d have the good sense not to… hang on. Is Belgium with all those child abuse murders lately? I do know a Belgium joke. What’s Belgium famous for? Chocolates and child abuse, and they only invented the chocolates to get to the kids.”
Και φυσικά η πιο κυνική στιγμή από όλες :
” Purgatory’s kind of like the in-betweeny one. You weren’t really shit, but you weren’t all that great either. Like Tottenham. “
Η Tottenham είναι παραδοσιακά μια ομάδα που ενώ κερδίζει τους μικρότερους στον αντίποδα αδυνατεί να ξεπεράσει τις top 3 ομάδες της Premier League. Μοιάζει να είναι καταδικασμενη να αιωρείται συνεχώς στην τέταρτη ή πέμπτη θέση της βαθμολογίας. Δεν μπορείς να χαρακτηρίσει ως “χαμένους” τους παίκτες της αλλά σε καμία περίπτωση δεν κρίνονται και “νικητές“. Η ύπαρξη της διακρίνεται από μια ματαιοτητα ακριβώς σαν και εκείνη που σκεπάζει τον Ray.
Η ικανότητα του Martin McDonagh να συνθέτει διαλόγους και χαρακτήρες είναι ασύλληπτη. Σε γοητεύουν όπως πχ κάνουν οι Tarantino και Guy Ritchie στις δικές τους ταινίες απλά αντί για το cool effect και την αερολογια εδώ ο σκηνοθέτης επιλέγει το νόημα και το ντύνει με μια θνητότητα .

Η μέθοδος που υιοθετεί ο McDonagh λειτουργεί σαν μια “βρώμικη” φιλοσοφία γύρω από την ανθρώπινη ύπαρξη, την κατάθλιψη, τα τραύματα που είτε τα προκαλούμε είτε τα βιώνουμε και τον ψυχισμό μας.
Ο εργοδότης των φονιάδων (τον οποίο υποδύεται ένας ψυχρός καργιολης Ralph Fiennes ) μπορεί να παρουσιάζεται αρχικά ως “επαγγελματίας” και “οικογενειαρχης” όμως σύντομα μας γίνεται ξεκάθαρο ότι πρόκειται για έναν εντελώς ψυχοπαθή άντρα. Τα μοναδικά συναισθήματα που τον κατακλύζουν είναι η οργή και η υπερηφάνεια. Για να το παίξει “στοργικός” αποφασίζει να δώσει εντολή στον Ken να εκτελέσει τον συνάδελφο του αφού πρώτα τον κάνει μερικές γυρες στην Μπριζ, “μια υπέροχη πόλη για διακοπές” όπως ισχυρίζεται, και που θα τον βοηθήσει “να φύγει γαλήνιος”. Ουσιαστικά εδώ η “ανθρωπιστική” του κίνηση έχει την ίδια αξία με το να δίνεις σε έναν θανατοποινιτη το τελευταίο του γεύμα, λίγο πριν τον οδηγήσεις στην ηλεκτρική καρέκλα…
Πάντως ο άντρας αυτός φαίνεται να ακολουθεί ένα ακλόνητο “σύστημα αξιών “απλά αυτό το κινούν αποκλειστικά η οργή και ο εγωισμός του. Όταν ο Ken αποφασίζει να πάει κοντά σε αυτό το σύστημα οι δύο άντρες (που υποτίθεται ότι είναι και φίλοι που σέβονται ο ένας τον άλλον) θα στήσουν μια μεταξύ τους μονομαχία στα σοκάκια της πόλης. Η χημεία και ο ανταγωνισμός των Fiennes και Gleeson γράφει ιδανικά στην οθόνη.
Το φιλμ αυτό είναι μια αλλόκοτη και μανιοκαταθλιπτικη τουρνέ μέσα σε μια πόλη που με την κλασσική της ομορφιά μπορεί να σε σαγηνεψει αλλά παράλληλα εύκολα σε ρίχνει σε ένα απόλυτα συναισθηματικο κενό . Τα σοκάκια σε αυτή την Μπριζ ποτέ δεν είναι ξεκάθαρο το που ακριβώς θα σε οδηγήσουν. Μάλιστα αρκετά καταλήγουν σε αδιέξοδο. Τα αξιοθέατα εδώ είναι οι ντόπιοι που ο ένας ξεπερνάει σε εκκεντρικοτητα τον άλλον.
Πιο αναλυτικά έχουμε :
Έναν νάνο / ηθοποιό εθισμένο στα, κάθε λογής ναρκωτικά που οραματίζεται έναν… αρκετά ιδιαίτερο φυλετικο πόλεμο…
Η εκκεντρική συμπεριφορά του θα ταράξει τόσο πολύ τον Ray που ο δεύτερος θα αναγκαστεί να τον εξουδετέρωσει με Karate Chop κίνηση!
Από την άλλη ο νάνος ασκεί μια ανεξήγητη γοητεία επάνω στον φονιά. Ουσιαστικά έτσι ο McDonagh εκφράζει την ψύχωση που τρέφει ο ίδιος απέναντι στους νάνους και οι οποίοι αποτελούν trademark των ταινιών του.
Προς τι το κόλλημα με τους νάνους?
Διάολε δεν έχω ιδέα!
Σε συνεντεύξεις του ο σκηνοθέτης παρουσιάζεται αρκετά αινιγματικός όσον αφορά την ψύχωση του με τους νάνους :
“The thing about dwarfs is that it’s better to write a well-rounded dwarf than no dwarf at all.”
Ένα δίκαιο το έχει πάντως!
Κατά καιρούς οι νάνοι έχουν λειτουργήσει ως ” μουσοι ” για αρκετούς μεγάλους σκηνοθέτες ενώ ας μην ξεχνάμε ότι η τελευταία εκκεντρική ψύχωση του Marlon Brando ήταν επίσης ένας νάνος…

Και οκ μπορεί ακόμη να μην έχω καταφέρει να αποκρυπτογραφησω τον συμβολισμό του νάνου (το παλεύω συχνά πάντως να ξέρετε!) αλλά σίγουρα διακρίνω ξεκάθαρα το ποσό γαματη ερμηνεία παραδίδει εδώ o Jordan Prentice. Στην σεκάνς του φυλετικου ξεσπάσματος του άνετα κλέβει την παράσταση από συναδέλφους του οι οποίοι βρίσκονται πιο ψηλά στην εκτίμηση κοινού και κριτικών!

Πέραν του νάνου έχουμε και δύο πορνες που μετακόμισαν στην Μπριζ ώστε να αυξήσουν την τιμή στα μουνακια τους, ένα ζευγάρι πολιτικά ορθων Καναδών που τρώει βρομόξυλο από έναν Ιρλανδο ( όπως και ο σκηνοθέτης ρίχνει ξύλο στην πολιτική ορθότητα που στις μέρες μας προσπαθεί να επιβληθεί στην κινηματογραφικη τέχνη) μια οικογένεια Αμερικανών που ο ίδιος ακριβώς Ιρλανδός τους χαρακτηρίζει ως “παχύδερμα“, έναν Ρώσο έμπορο όπλων που τον υποδύεται ένας Βέλγος, έναν υπάλληλο σε γκισέ εισιτηρίων που συμβολίζει την σκληρή γραφειοκρατία, έναν ηλιθιο Skinhead που είναι ακριβώς το είδος τύπου που θα έφερνε μαχαίρι σε ένα πιστολίδι και πάει λέγοντας…
Ο θίασος εκκεντρικων χαρακτήρων του In Bruges σου δίνει την αίσθηση ότι οι βρώμικοι κόσμοι και οι προβληματικοι αλλά απόλυτα γήινοι ήρωες του Τσαρλς Μπουκόφσκι συναντούν τον σουρεαλισμό του David Lynch και την σατιρική ματιά ενός Werner Herzog! Όλοι τους ασκούν μια γοητεία επάνω σου όμως κανένας τους δεν χάνεται πίσω από το πέπλο του Cool (όπως πχ συμβαίνει με τους ήρωες των Tarantino και Ritchie). Στο φινάλε είναι όλοι τους άνθρωποι. Μοναδικοί και προβληματικοι.

Οι χαρακτήρες του In Bruges και οι καταστάσεις στις οποίες μπλέκουν διακρίνονται από θλίψη, γελοιότητα και παραξενιά. Στο τέλος όμως εκπέμπουν την δική τους ομορφιά. Συμβαδίζουν απόλυτα με τους ρυθμούς και την αισθητική μιας πόλης όπως είναι η Μπριζ. Το ιδανικό μέρος αν θες να απολαύσεις κουλτούρα και να νιώσεις πολύτιμες στιγμές γαλήνης ή για να βρεις απλά ένα μουντό και ήσυχο μέρος ώστε να τινάξεις τα μυαλά σου στον αέρα.
Στο In Bruges o Martin McDonagh και ο θίασος του συνθέτουν μια μαύρη κωμωδία που λειτουργεί ακριβώς όπως ήθελε να λειτουργήσει ο Ken το ταξίδι του με τον Ray :
“We shall strike a balance between culture and fun.”
Leave a Reply