Design a site like this with WordPress.com
Get started

GOLDENEYE : Για την Αγγλία James?

by Αντρέι Κοτσεργκιν

“Because I think you’re a sexist, misogynist dinosaur. A relic of the Cold War, whose boyish charms, though lost on me, obviously appealed to that young girl I sent out to evaluate you.”

Στο GOLDENEYE ο James Bond επιστρέφει, ύστερα από έξι ολόκληρα χρόνια απουσίας, στην ενεργό δράση μόνο και μόνο ώστε να βρεθεί αντιμετωπος με την νέα M.

Η εισαγωγή της Judi Dench στην μυθολογία του 007 και στην καρέκλα του ψυχροπολεμικου “πατερουλη” προκατόχου της όχι μόνο δεν λειτούργησε ως “προσβολή” ή “αποκαθήλωση” του franchise αλλά αντίθετα του έδωσε νέα διάσταση και δυναμική.

Με τα The Living Daylights και (κυρίως) License to Kill o Timothy Dalton και οι συνεργάτες του φρόντισαν να επαναφέρουν τον κατάσκοπο στις Ian Fleming ρίζες του και ταυτόχρονα να τον σπρώξουν μέσα σε μια πιο “ρεαλιστική“, Action, ωμή αλλά και θνητή εποχή.

Η προσπάθεια τους ανακοπηκε απότομα από παραγωγούς που αντάλλαζαν μεταξύ τους μηνύσεις για τα δικαιώματα και από την χρεωκοπία ενός στούντιο. Στο διάστημα που η κινηματογραφικη MI6 παρέμενε ανενεργή και δεν ήξερε τι θα της ξημερώσει ο πλανήτης αντίκρισε πολλές αλλαγές…

Η πιο σημαντική από αυτές ήταν η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.

Κάπως έτσι επιστρέφοντας, το 1995, οι σεναριογράφοι του GOLDENEYE δεν έχασαν την ευκαιρία να καταστήσουν την πτώση του Κομμουνισμου ως βασικό γρανάζι της πλοκής στο νέο κεφάλαιο του JAMES BOND.

Το σήμα κατατεθέν εισαγωγικό intro μας δείχνει μια σεξοβόμβα να καταστρέφει το εμβληματικό σφυροδρεπανο…

Ο βετεράνος συνθέτης John Barry αυτή τη φορά αρνήθηκε το κάλεσμα και δεν επέστρεψε στην υπηρεσία του. Το theme της νέας εποχής του 007 συνέθεσαν οι Bono και The Edge και το τραγουδά η Tina Turner. Το soundtrack ανέλαβε ο Eric Serra που έκανε μια χαρά δουλίτσα αλλά τότε μας ήταν ακόμη δύσκολο να συνηθίσουμε μια Bond ταινία δίχως τις μελωδίες του John Barry.

Ο Timothy Dalton αρνήθηκε να ακολουθήσει τον χαρακτήρα μέσα σε αυτό το “Post Soviet” σκηνικό καταστροφής και αμφιβολίας. Ναι μεν πείστηκε για την ποιότητα του εγχειρήματος όμως δίσταζε να υπογράψει συμβόλαιο για τέσσερις ή πέντε ολόκληρες ταινίες και τελικά αποχώρησε, αφήνοντας ορισμένους από εμάς με την πικρία ότι δεν τον απολαύσαμε έστω και για ένα τρίτο Bond Movie…

Το κοστούμι και το διαχρονικό Walther PPK περίστροφο κληρονόμησε ο Pierce Brosnan. Στο παρελθόν ο ηθοποιός είχε επιλεχθεί ως Bond για λογαριασμό του The Living Daylights αλλά ένα συμβόλαιο του στέρησε την ευκαιρία. Να όμως που η ζωή κάνει όντως κύκλους!

Σημαντικές αλλαγές σημειώθηκαν και στον “πάγκο” του franchise. O σκηνοθέτης John Glenn ύστερα από πέντε ταινίες αποχαιρέτησε ενώ το ίδιο συνέβη και με τον σεναριογράφο Richard Maibaum. Ο τελευταίος υπέγραψε τα σενάρια σχεδόν στην πλειοψηφία των Bond ταινιών που προηγήθηκαν του GOLDENEYE. Η υπογραφή του έλειψε μονάχα από τρεις.

Στις αρχικές επιλογές σκηνοθετών είχαμε βαριά ονόματα όπως αυτά των John Landis και John Woo. Τελικά ο Broccoli κατέληξε στον Martin Campbell και το σενάριο ανέλαβε ο Michael France, σε συνεργασία με διάφορους άλλους σεναριογράφους.

Στο GOLDENEYE παραλίγο να δούμε κάποιων εκ των Mel Gibson (?!), Liam Neeson και Hugh Grant να μπαίνουν στην υπηρεσία της Βασίλισσας. Σε μια φάση έπαιξε και το όνομα του Ralph Fiennes, που σήμερα παίζει τον M. Τελικά ο Pierce Brosnan πήρε την μεγάλη ευκαιρία της καριέρας του και δικαίωσε όσους τον εμπιστεύτηκαν.

Ο Bond του Brosnan φαντάζει ως ένα αμαλγμα εκείνου του φλεγματικου και cool που μας χάρισε ο Sean Connery με τον πιο Action αλλά και ευάλωτο Bond του Dalton. Φυσικά για να μπορέσει να στοχεύσει με την πρώτη την καρδιά και την εκτίμηση μας είχε ανάγκη από έναν αντάξιο ανταγωνιστή και μια καλή πρώτη ταινία.

Και το GOLDENEYE μας τα παρέδωσε και τα δύο.

Η πλοκή αρχικά μας ταξιδεύει πίσω στο 1986 όπου δύο πράκτορες της MI6 παρεισφρεουν σε ένα εργοστάσιο χημικών όπλων, κάπου στην Σοβιετική Ένωση. Η αποστολή στραβωνει. Ο James Bond επιστρέφει ζωντανός στην υπηρεσία του όμως ο συνεργάτης του, Alec Trevelyan, καταλήγει με μια σφαίρα σφηνωμένη στο κρανίο του…

Εννέα χρόνια ύστερα από την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης ο 007 βρίσκει τον εαυτό του εγκλωβισμένο μέσα σε μια MI6 που πλέον κινείται σε διαφορετικό ύφος και ρυθμούς. Η νέα του προϊσταμένη τον θεωρεί έναν “σεξιστη δεινόσαυρο” αλλά ο Bond συνεχίζει την δουλειά του επειδή μάλλον είναι το μοναδικό πράγμα που ξέρει να κάνει σε αυτή την ζωή.

Σύντομα βρίσκει τον εαυτό του στα καζίνο του Μόντε Κάρλο να προσπαθεί να σταματήσει ένα συνδικάτο του εγκλήματος από το να κλέψει ένα χαι~τεκ ελικόπτερο. Δεν τα καταφέρνει.

Λίγο αργότερα στην Σιβηρία κάποιος καταστρέφει με ηλεκτρομαγνητικο παλμό μια βάση των Ρώσων και κλέβει ένα μυστικό όπλο, με την κωδική ονομασία “Goldeneye“.

Η Μ παραμεριζει τις διαφορές ιδεολογίας και στρατηγικής που έχει με τον Bond και του αναθέτει να διαλευκάνει την υπόθεση. Οι έρευνες του κατασκόπου θα τον οδηγήσουν (κλασσικά) σε μια γυναίκα αλλά και σε έναν μυστηριώδη Villain που ακούει στο όνομα “Ιανός“…

Ο Michel France διέκρινε στην πτώση της Σοβιετικής Ένωσης ένα ιδανικό σενάριο και σκηνικό ώστε να στήσει ένα Bond Movie. Μάλιστα φρόντισε να κάνει και ένα ταξίδι μέχρι την Μόσχα ώστε να πάρει συνεντεύξεις από πρώην πράκτορες της KGB.

Το σενάριο του GOLDENEYE εξελίσσει τον κατάσκοπο και την μυθολογία του. Τα φέρνει πέρα από τον Ψυχρό Πόλεμο και τα επιστρατεύει ως τον “επίλογο” του. Όμως ταυτόχρονα ο σεναριογράφος δεν απαρνειται την κληρονομιά που άφησαν πίσω τους οι προηγούμενοι 007. Διατηρεί πινελιές Βρετανικού χιούμορ και γοητείας και κυρίως το στιλ του ήρωα. Το σενάριο του είναι στιβαρό και τα plot twists λειτουργούν ιδανικά.

Η επιστροφή από τον “Άδη” που κάνει ο Alec Trevelyan, του Sean Bean, μας χαρίζει μια δραματική και επιβλητική σεκάνς μέσα σε ένα Σοβιετικο νεκροταφείο η οποία έχει ξεκάθαρα συμβολική σημασία. Τα “φαντάσματα” που η Σοβιετική Ένωση πίστευε ότι τα εξαφάνισε για πάντα όχι μόνο επιστρέφουν αλλά ετοιμάζονται να πάρουν την εκδίκηση τους…

Το twist μας αποκαλύπτει ότι ο Alec κατάγεται από μια οικογένεια Κοζακων. Ύστερα από τον Β’Παγκόσμιο οι Βρετανοί αθέτησαν την συμφωνία που είχαν μαζί τους και τους παρέδωσαν στον Στάλιν. Προφανώς ο “πατερουλης” δεν ξέχασε ότι στον πόλεμο στάθηκαν απέναντι του και φρόντισε να τους “εξαφανίσει” με συνοπτικές διαδικασίες. Και τώρα ο Alec χρίζει τον εαυτό του ως το “φάντασμα” που θα πάρει εκδίκηση για την χαμένη φυλή του τόσο από τους Ρώσους όσο και τους Βρετανούς. Μάλιστα για να μαζέψει τις γνώσεις και τα εφόδια που χρειάζονται για το σχέδιο του φρόντιζε επί χρόνια ολόκληρα να εργάζεται ως πράκτορας της MI6. Σε αυτό το διάστημα έγινε ότι πιο κοντινό σε “φίλο” έχει ο James Bond.

O Sean Bean αποδίδει τον χαρακτήρα με μια σχεδόν Σαιξπηρικη θεατρικότητα. Πατώντας σε ένα καλογραμμένο σενάριο δίνει επιτέλους στο franchise έναν Villain όχι μονοδιάστατο και ξεκάθαρα “κακό” αλλά κάποιον που έχει γνήσια κίνητρα πίσω από τις βίαιες πράξεις και τα εγκλήματα του. Επίσης δίνει έναν άριστο λόγο στον ήρωα ώστε να ανοίξει μια βεντέτα μαζί του και μέσα από την αναμέτρηση τους τον φέρνει αντιμέτωπο με τις δικές του επιλογές, τα λάθη και τις ιδεολογίες που ακολούθησε στην διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Στο φινάλε ο Bond ξεκάθαρα το έχει πάρει προσωπικά το όλο ζήτημα και μας αποκαλύπτει ότι κάπου μέσα του εξακολουθεί να είναι άνθρωπος…

“For England James?”

Το μεγαλύτερο ατού του “Ιανου” δεν είναι τόσο η εκπαίδευση που έλαβε από την ΜΙ6 αλλά κυρίως το ότι γνωρίζει πως σκέφτεται και ενεργεί ο Bond. Η χημεία τους διακρίνεται ξεκάθαρα όταν ο Alec δεν προτείνει στον Bond να ταχθεί με το μέρος του διότι το ξέρει εξαρχής ότι κάτι τέτοιο θα ήταν μάταιος κόπος. Η αφοσίωση του Bond ανήκει μονάχα στην Βασίλισσα και την MI6…

“By the way, I did think of asking you to join my little scheme, but somehow I knew that 007’s loyalty was always to the mission, never to his friend.”

Πέραν του Bean που μας δίνει επιτέλους έναν Bond Villain με στιβαρό Origin και με βάθος και ουσία το GOLDENEYE συνεχίζει και την προσέγγιση που είχαν οι δύο ταινίες του Timothy Dalton απέναντι στα περίφημα “Bond Girls“.

Εδώ τα “κορίτσια του Bond” δεν περιοριζονται σε φτηνό οφθαλμολουτρο για τον θεατή, σε σεναριακες διευκόλυνσεις και δεσποσυνες εν απόγνωση.

Η Izabella Scorupco ως Natalya Simonova πέρα από γοητεία προσφέρει ευφυΐα και δυναμισμό στην ιστορία.

Πάντως η λέξη “δυναμισμός” εκτοξεύεται κατακόρυφα όταν στην εξίσωση μπαίνει η Xenia Onatopp της Famke Janssen!

Ναι, ναι το όνομα “Onatopp” φυσικά και δίνει στόχο στον Bond ώστε να πετάξει ένα ” σεξιστικό” καλαμπουρι. Διάολε o Sir Roger Moore θα είχε δώσει τα ρέστα του εδώ! Και όμως η Μις Onatopp πέρα από μια Badass Henchwoman λειτουργεί ως η θηλυκή αντανάκλαση του Bond. Ιδού μια γυναίκα που κοντράρει στα ίσα τον Bond όχι μονάχα στο ξύλο και το πιστολίδι αλλά και στα αμάξια και την ίσως νούμερο ένα ικανότητα του :

Τον τζόγο!

Επίσης ακριβώς όπως κάνει παραδοσιακά ο 007 έτσι και η Onatopp επιστρατεύει την σεξουαλικοτητα της ως μέσο για να αποσπά πληροφορίες αλλά και σαν “όπλο“.

Μονάχα που στην περίπτωση της το “όπλο” αποκτά κυριολεκτική σημασία. Η τύπισσα αυτή φαίνεται να παθαίνει οργασμούς προβαινοντας σε δολοφονίες και μαζικές εκτελέσεις!

Επίσης η Famke σπάει και το κλισέ που θέλει τον Bond να ρίχνει τα κορίτσια των εχθρών του στο κρεβάτι και να τα παίρνει με το μέρος του. Εδώ το “sex scene” ανάμεσα σε κατάσκοπο και Henchwoman μεταφράζεται σε μια κόντρα καγκουριας με πολυτελή αμάξια, μια, κάπως s&m, αναμέτρηση μέσα σε μια σάουνα και στο τέλος σε μια, εντελώς s&m, μονομαχία μέσα στις ζούγκλες!

Το GOLDENEYE κάπως τα καταφέρνει να διατηρήσει την “τσαχπινιά” του κατασκόπου απέναντι στις γυναίκες όμως ταυτόχρονα τραβάει και ένα γερό σύνορο απέναντι στην campιλα, τον σεξισμο και τον μισογυνισμο.

Σε αυτό τσονταρει τα μέγιστα και η Judi Dench που δεν μάσησε από απαρχαιωμένη machiλα και μπήκε στον ρόλο της M με χαρακτηριστική άνεση και σιδερένια πυγμή.

Στο ενδιάμεσο έχουμε την επιστροφή του Desmond Llewelyn στο Q Branch και να εξοπλίζει τον 007 με ένα ρολόι λέιζερ και ένα εκρηκτικό στιλο. Και τα δύο γκατζετ αποδεικνυονται εξαιρετικά χρήσιμα στην διάρκεια της αποστολής!

Ιντι Ναχουι Μπορις!

Μοναδική παραφωνία στο cast αποτελεί ίσως ο Gottfriend John που υποδύεται τον στρατηγό Arkady Ourumov. Ο τύπος αυτός νοσταλγει την ψυχροπολεμικη Σοβιετική Ένωση, νιώθει προδομένος από την ηγεσία της μοντέρνας Ρωσίας και ο διπρόσωπος”Ιανός” τον ξεγελά με το μότο “Make Russia Great Again“. Το πρόβλημα με τον συγκεκριμένο χαρακτήρα είναι ότι το σενάριο τον παρουσιάζει εντελώς ηλιθιο και ανίκανο. Υπάρχει στην ιστορία μόνο και μόνο για να προχωρήσει το μεγάλο σχέδιο του Ιανού και για να δώσει την ευκαιρία στον σκηνοθέτη να στήσει ορισμένες, εξαιρετικά γαματες, Action σεκάνς με τανκς μέσα στην καρδιά της Μόσχας!

Και ναι η “τοποθέτηση προϊόντος” δεν ήταν καθόλου διακριτική υπόθεση σε αυτή την ταινία…

Σε επίπεδο σκηνοθεσίας ο Martin Campbell κάνει εξαιρετικά στιβαρή δουλειά. Ειδικά οι σκηνές Action και καταστροφής είναι χάρμα οφθαλμών, με αποκορύφωμα την τελική αναμέτρηση ανάμεσα σε Bond και “Ιανό”…

Οι Brosnan και Bean φρόντισαν να γυρίσουν από μόνοι τους πολλά stunts κάτι που τσονταρει στην συνοχή και τον ρεαλισμό των Action σκηνών. Εδώ έχουμε ένα Bond Movie με σύγχρονη ματιά επάνω στην δράση και ακόμη εν ετει 2021 οι Action σεκάνς εξακολουθούν να φαντάζουν δυναμικές και “φρέσκιες”. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ίσως η σκηνή όπου ο Bond κατορθώνει να αποδράσει από ένα ελικόπτερο πατώντας ένα, τεράστιο και κόκκινο, κουμπί εκτίναξης. Μια σεκάνς που φαντάζει “αστεία” σε σύγκριση με το υπόλοιπο ύφος της ταινίας και δεν αποκλείεται να μπήκε ως (αχρείαστος) “φόρος τιμής” απέναντι στις παλαιότερες εποχές του 007…

Ένα άλλο ψεγάδι του φιλμ είναι ότι σε κάποιες στιγμές ο Ourumov και οι στρατιώτες του παθαίνουν “σύνδρομο Stormtrooper “ και αδυνατούν να πετύχουν τον ήρωα ενώ εκείνος όχι μόνο δεν έχει την παραμικρή κάλυψη αλλά τρέχει και άνετος προς το μέρος τους!

Στην τελική όμως σκηνοθετικά και σεναριακα το GOLDENEYE περνάει “τις εξετάσεις“. Μα την Βασίλισσα μόνο και μόνο που εδώ έχουμε ένα Bond Movie το οποίο περιλαμβάνει λέιζερς και δορυφόρους στο διάστημα και ΔΕΝ καταλήγει σε MOONRAKER μας δείχνει πολλά για την διάθεση και την προσήλωση των συντελεστών να φτιάξουν μια σύγχρονη και καλή Bond ταινία!

Βγαίνοντας στις αίθουσες, τον Νοέμβρη του 1995, το GOLDENEYE σημείωσε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία. Το επισκιάσαν μονάχα οι κολοσσοί των JURASSIC PARK και BATMAN : FOREVER. Το franchise είχε να δει τόσα λεφτά από εποχής MOONRAKER.

Κριτικοί, θεατές και οπαδοί όχι μόνο αποδεχτηκαν το φιλμ αλλά στην πλειοψηφία τους το αγκάλιασαν κιόλας. Ο Pierce Brosnan πέρασε με άριστα την “αξιολόγηση ” και κέρδισε το δικαίωμα να παίξει τον 007 σε άλλες τρεις ταινίες. Δυστυχώς καμία από αυτές δεν θα του έδινε μια αποστολή αντάξια με αυτή του GOLDENEYE, ενώ μάλιστα η τελευταία του θα τον έσερνε μέσα σε ένα σενάριο που φάνταζε πιο γελοίο ακόμη και από εκείνα που είχε να αντιμετωπίσει ο προκάτοχός Sir Roger Moore στα δικά του τελειώματα…

Το GOLDENEYE και ο Pierce Brosnan δεν αναθεώρησαν τον Bond και την μυθολογία του. Αυτό το έκαναν αργότερα το CASINO ROYALE και ο Daniel Craig. Αντίθετα προτίμησαν να βρουν μια χρυσή τομή ανάμεσα στις κατασκοπικες ρίζες του 007 και τις Action απαιτήσεις μιας μοντέρνας εποχής.

Στα 90s υπήρχαν ακόμη στανταρακια και περιορισμοί μέσα στο franchise. Το GOLDENEYE όμως κατόρθωσε να ελιχθει ανάμεσα σε αυτά πιο αποτελεσματικά και από Βρετανό Κατάσκοπο.

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

Blog at WordPress.com.

Up ↑

%d bloggers like this: