By Αντρέι Κοτσεργκίν
“We Need a Bigger Boat…”
Ο αρχηγός Brody έχοντας μόλις αντικρίσει, τετ α τετ, ένα κομμάτι του αιμοδιψή τρόμου που καραδοκεί, κάτω από τον ωκεανό, εκείνον και τους δύο συντρόφους του ξεστομίζει μια από τις μεγαλύτερες αλήθειες που έχουν ειπωθεί στο σινεμά.
Όμως τα δύο αλλά μέλη του πληρώματος δεν του δίνουν ιδιαίτερη σημασία. Αντίθετα με τον Brody, έναν άντρα που τρέμει την θάλασσα, είναι έμπειροι θαλασσολυκοι και δηλώνουν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τον “Μομπι Ντικ” τους!
Η ύβρις που διαπράττουν απέναντι στην φύση απλά δεν γίνεται να μείνει ατιμώρητη…

Για να συνθέσει το JAWS ο Steven Spielberg πάτησε σε μεγάλο βαθμό στην ομώνυμη νουβέλα του Peter Benchley, που κυκλοφόρησε έναν χρόνο νωρίτερα το 1974. Όμως παράλληλα ο σκηνοθέτης προέβη σε ορισμένες εξαιρετικά εύστοχες αλλαγές που θα εκτόξευαν την δυναμική του σεναρίου και της ταινίας του.
Ο Spielberg “κατασπαραξε” το μελόδραμα που διέκρινε σε κάποια σημεία το βιβλίο αλλά και κάτι πιασαρικα ερωτικά τρίγωνα και την σχέση που μοιράζονταν ένας δήμαρχος με την Μαφία.
Ο σκηνοθέτης γνωρίζοντας ότι πολλές φορές άνθρωποι που κατέχουν αξιώματα και εξουσίες είναι είτε ανίκανοι είτε συμφεροντολογοι μαλακες επέτρεψε στον “δήμαρχο” Murray Hamilton να λειτουργήσει έχοντας ως αποκλειστικά κίνητρα τα λεφτά και την δημοτικότητα του και κάπως έτσι μας παρουσίασε έναν από τους πιο αντιπαθητικους και ανίκανους χαρακτήρες που έχουμε δει ποτέ μας σε φιλμ.
Απλά φαντάσου αυτόν τον απόλυτο ηλιθιο να” διαχειρίζεται” μια κατάσταση πανδημίας / καραντίνας…

Ενώ ένας πελώριος, Λευκός καρχαρίας κατασπαραζει τους συμπολίτες του ο τύπος αυτός ανησυχεί μονάχα για μια βανδαλισμενη ταμπέλα και για τα έσοδα που θα χάσει η πόλη του από τον τουρισμό, σε περίπτωση που αναγκαστεί να κλείσει τις παραλίες!
Η εγκληματική αμέλεια του δημάρχου ρίχνει τον ήρωα μας, αρχηγό Brody, κατευθείαν μέσα στα “σαγόνια” μιας μικρής κοινωνίας…
Πριν μερικούς μήνες ο, αστυνομικός, Brody αποφάσισε να εγκαταλείψει την πόλη της Νέας Υόρκης και να δοκιμάσει την τύχη του, παρέα με την οικογένεια του, στο ήσυχο νησί Amity. Ο άντρας αυτός μην αντέχοντας άλλο να αντιμετωπίζει σε καθημερινή βάση ανθρώπους “αρπακτικά” επέλεξε ένα νησί ώστε να μπορέσει επιτέλους να ξεφύγει από το στρες και να δώσει στην γυναίκα και τα παιδιά του μια ειδυλλιακή καθημερινότητα. Και για να το επιτύχει αυτό δεν δίστασε να φτάσει μέχρι και την πηγή της νούμερο ένα φοβίας του :
Τον ωκεανό.
Ο αρχηγός Brody πάρα το macho παρουσιαστικο του Roy Scheider που τον ενσάρκωσε είναι ένας εντελώς Θνητος και ευάλωτος χαρακτήρας. Ο άντρας αυτός όχι μόνο ξαφνικά καλείται να αντιμετωπίσει ένα θηρίο μέσα σε ένα απέραντο και γαλάζιο σκηνικό που τον τρομοκρατεί αλλά στην αρχή της ταινίας φαντάζει ένας αρκετά ανήμπορος και διστακτικός χαρακτήρας.
Με το που ο καρχαρίας πετσοκοβει μια νεαρή κοπέλα ο Brody λειτουργοντας ως έμπειρος αστυνομικός αποφασίζει να κλείσει τις παραλίες του νησιού. Όταν όμως ο δήμαρχος του βάζει χέρι ο Brody καταλήγει να παρακολουθεί σιωπηλός μια επερχόμενη καταστροφή. Ο δισταγμός του αρχηγού Brody να πάει κόντρα στην ηγεσία έχει ως συνέπεια ένα νεαρό αγόρι να χάσει, πρόωρα και με εξαιρετικά βίαιο και επίπονο τρόπο, την ζωή του…
Ύστερα από μια (κυριολεκτική και συμβολική) σφαλιάρα την οποία τρώει από την τραγική μάνα του αγοριού ο Brody αποφασίζει επιτέλους όντως να λειτουργήσει ως αρχηγός. Ανασύρει από μέσα του το κουράγιο (με την βοήθεια μερικών ουίσκι) και βγαίνει στην ανοιχτή θάλασσα ώστε να βρει και να αντιμετωπίσει όχι μονάχα το πιο επικίνδυνο αρπακτικό της αλλά και τον μεγαλύτερο φόβο του…
Προφανώς για να έχει έστω και μια μικρή ελπίδα επιτυχίας ο Brody πρέπει να συνεργαστεί με άντρες που ξέρουν πως να λειτουργούν στην θάλασσα. Και έτσι καταλήγει να μπαρκαρει με το Orca , ένα αλιευτικό, απαρχαιωμένο, σκάφος που αποτελεί ιδιοκτησία του μίστερ Quint.
O Quint ένας ναυτικός και ψαράς “παλαιάς κοπής” δείχνει εξαρχής να “ζεχνει” από ανδριλα, έπαρση και ψαριλα. Προσφέρει τις υπηρεσίες του έναντι δέκα χιλιάδων δολαρίων και δηλώνει με στόμφο ότι μονάχα εκείνος μπορεί να ψαρέψει έναν μεγάλο Λευκό! Ο Brody πείθεται από την σιγουριά του και μαζί τους παίρνουν και έναν θαλάσσιο βιολόγο ονόματι Hooper.
Quint και Hooper με το που βγαίνουν στην θάλασσα ξεδιπλωνουν έναν μεταξύ τους ανταγωνισμό machιλας. Σε μια φάση μάλιστα καταλήγουν να συγκρίνουν τις ουλές που τους προκάλεσαν τα πλάσματα του βυθού και η ζωή επάνω σε ένα καράβι (αλλά και οι γυναίκες!) λες και μετράνε τα καυλια τους! Αντίθετα ο άπειρος Brody ενώ κατορθώνει να βρει μια μοναχική ουλη επάνω στο κορμί του (πιθανότατα ένα “σουβενίρ” από την εποχή που ήταν ακόμη μπάτσος στην Νέα Υόρκη) τελικά διστάζει να την μοστράρει. Ίσως να νιώθει ότι δεν ανήκει σε αυτόν τον Υδάτινο Κόσμο που οι σύντροφοι του τον εξυμνούν μέσα από τις ιστορίες και τα τραγούδια τους.
Μιλώντας περί ιστοριών αυτή του Quint, σχετικά με το πως απέκτησε την εμμονή του απέναντι στους καρχαρίες, είναι πραγματικά συνταρακτικη και λειτουργεί ως μια από τις πιο τρομακτικές ( αν όχι η πιο τρομαχτική) σεκάνς του φιλμ…
Ο ηθοποιός Robert Shaw παραδίδει εδώ έναν από τους κορυφαίους και πιο τρομαχτικους μονολόγους του σινεμά. Βέβαια χρειάστηκαν αρκετές λήψεις μιας και είχε το χούι να σκάει μεθυσμένος στα γυρίσματα. Σύμφωνα με τον Shneider “o Shaw ήταν ένας απόλυτος τζεντλεμαν όταν ήταν νηφάλιος. Όμως αν έπινε μερικά ποτάκια εξελίσσονταν σε απίστευτο μαλακα…”! Πάντως ο εθισμός του ηθοποιού στο αλκοόλ μπορεί να ζόρισε τον σκηνοθέτη και την παραγωγή όμως ταυτόχρονα έδωσε στον χαρακτήρα του μια ” βρώμικη ” και άγρια γοητεία!
Ο Spielberg ποτέ του δεν προχώρησε σε ένα sequel του JAWS όμως αν το έκανε σκόπευε να απεικονίσει την φριχτή και αληθινή ιστορία του USS INDIANAPOLIS. Η δουλειά που έκανε στο JAWS σε συνδυασμό με τις τεχνικές που εφάρμοσε μερικά χρόνια αργότερα στο Saving Private Ryan σε αφήνουν με την γλυκοπικρη φαντασίωση ενός έπους που τελικά δεν το είδαμε ποτέ να σαλπάρει στο κινηματογραφικο πανί. Τουλάχιστον από τα χέρια του Spielberg, καθώς το 2016 o Mario Van Peebles (που ως ηθοποιός έπαιξε στο ανεκδιήγητο JAWS IV : The Revenge) μας έδωσε την δική του μεταφορά / “ναυάγιο” της ιστορίας.
Μια ταινία που ούτε καν ο Nicolas Cage δεν μπόρεσε να την σώσει!

Στην νουβέλα του Benchley όλο αυτό το machismo μεταφράζεται σε μια τοξική αρρενωποτητα που φέρνει τους τρεις ναυτικούς μπροστά στο χείλος της (αυτο)καταστροφής. Στο φιλμ του ο Spielberg το επιστρατεύει ώστε να δημιουργήσει ένα δέσιμο ανάμεσα στους ήρωες του.
Ναι υπάρχει πάντοτε ένας ανταγωνισμός ανάμεσα τους (κυρίως ανάμεσα στους Quint και Hooper) όμως παράλληλα μέσα από τις ιστορίες που ανταλλάσουν, τα τραγούδια που τραγουδάνε παρέα και το αλκοόλ που καταναλώνουν διακρίνεις το σταδιακό χτίσιμο ενός σεβασμού και μιας φιλίας. Ακόμη και ο στεριανος Brody ποτέ του δεν αντιμετωπιζεται ως παρεισακτος από τους άλλους δύο.
Όπως και στο Μομπι Ντικ του Χέρμαν Μελβιλ έτσι και εδώ η εμμονή ενός καπετάνιου φέρνει τον ίδιο και το πλήρωμα του κοντά στον θάνατο. Όταν επιτέλους ο μεγάλος Λευκός κάνει την εμφάνιση του ο Brody κάνει την πιο λογική κίνηση :
Τρέχει προς τον ασύρματο με σκοπό να καλέσει το λιμενικό για βοήθεια.
Αλλά ο θερμοκεφαλος, εμμονικος και σχεδόν πάντοτε σουρωμένος Quint διαλύει το μηχάνημα πριν ο Brody προλάβει να στείλει σήμα SOS. Ο εγωισμός του Quint δεν του επιτρέπει να διακρίνει την σκληρή αλήθεια :
Τρεις άντρες επάνω σε ένα μικρό καράβι δεν αρκούν ώστε να νικήσουν αυτόν τον “Λεβιάθαν” του Ωκεανού…
Ο Quint θα καταδιώξει το πελώριο κτήνος όπως και να χει. Προφανώς η ύβρις που διαπράττει δεν συγχωρείται από την φύση …
Και όμως ακόμη και ο θάνατος ενός πεισματάρη, αλκοολικού και οξύθυμου καπετάνιου δεν γίνεται να μην σε συγκινήσει εδώ. Σχεδόν εύχεσαι από μέσα σου ώστε ο Brody να προλάβει να τον αρπάξει και να τον λυτρώσει από τα σαγόνια του κτήνους.
Αλίμονο όμως η φύση δεν συγχωρεί ούτε κάνει συμβιβασμούς…

Το χτίσιμο χαρακτήρων, ανταγωνισμού αλλά και φιλίας είναι πραγματικά υποδειγματικο εδώ. Ειδικά οι μικρές στιγμές που περνάει ο Brody με την γυναίκα και τα παιδιά του, στο πρώτο μισό της ταινίας, εξασφαλίζουν την ταύτιση του θεατή με τον ήρωα. Και όλα αυτά σε ένα φιλμ τρόμου που ο δημιουργός του άνετα θα μπορούσε να βολευτεί στην σκέψη ότι ο καρχαρίας του ήταν παραπάνω από αρκετός ώστε να βγάλει έναν σκασμό λεφτά στο Box Office.
Ο Spielberg εκτός από ενας θεαματικός παραμυθάς και εξερευνητής του σινεμά ανέκαθεν ήξερε πως να σου δίνει χαρακτήρες με βάθος και γοητεία.
Στην τρίτη πράξη του JAWS βλέπουμε, για πρώτη και τελευταία φορά, τους τρεις συντρόφους να λειτουργούν εντελώς ομαδικά μεταξύ τους όταν καλούνται να ρίξουν στην θάλασσα το μεταλλικό κλουβί που έφερε μαζί του ο Hooper. Ένα κλουβί που ο Quint αρχικά το απαξιώσε πλήρως όμως πλέον φαντάζει ως η μοναδική ελπίδα Άμυνας και σωτηρίας που τους έχει απομείνει απέναντι στο κτήνος. Προηγουμένως είχαμε δει τους Hooper και Quint να την λένε συνεχώς ο ένας στον άλλον και να τσακώνονται σχετικά με το πως θα σκοτώσουν το θηρίο. Ο πρώτος σχεδίαζε να το κάνει επιστρατευοντας όλη του την ακριβή και σύγχρονη τεχνολογία ενώ ο δεύτερος στηριζόταν αποκλειστικά στις παλιές και δοκιμασμένες μεθόδους και το πιστό σκάφος του. Αυτή τη φορά δεν υπάρχει χρόνος για ανταγωνισμό και ειρωνείες. Υπάρχει μονάχα η επιθυμία για επιβίωση.

Η ειρωνεία είναι ότι στο φινάλε την λύτρωση την φέρνει ένας στεριανος “καουμπόη” που κάνει την δουλειά που απέτυχαν να κάνουν δύο έμπειροι και ξιπασμενοι ναυτικοί!
Το JAWS είναι ένα θρίλερ που το 1975 άλλαξε βίαια και θεαματικά την ιστορία και την μετέπειτα πορεία του σινεμά. Είναι η ταινία που θέσπισε τον όρο “Summer Blockbuster” και καταβροχθισε το Box Office, βγάζοντας πάνω από 470 εκατομμύρια δολάρια σε εισπράξεις. Και χρειάστηκαν μόλις 9 εκατομμύρια για να φτιαχτεί!
Πριν την κυκλοφορία του φιλμ η καλοκαιρινή σεζόν λειτουργούσε ως ο “σκουπιδότοπος” των στούντιο, καθώς έπαιζαν “κονσέρβα” όλες τις παραγωγές που είχαν κριθεί ως “αποτυχημένες“. Από την κυκλοφορία του JAWS και ύστερα οι λέξεις “θερινό σινεμά” απέκτησαν μια εντελώς διαφορετική σημασία!
Για μερικά χρόνια το φιλμ αυτό αποτέλεσε την μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία όλων των εποχών. Χρειάστηκε να προσγειωθεί στις οθόνες μας, δύο χρόνια αργότερα, το pop φαινόμενο με τίτλο STAR WARS ώστε να μπορέσει να εκτοπίσει το κήτος.

Το τεχνικό / σκηνοθετικό μεγαλείο του JAWS, αλλά και την πελώρια επίδραση και κληρονομιά του στο σινεμά, δεσμεύομαι να τα αναλύσω σε ένα δεύτερο part καθώς βλέπω ότι ξανοιχτηκαμε στα βαθιά για απόψε!
Κλείνοντας με την θεματολογία του JAWS το φιλμ αυτό εκτός από μια εκπληκτική, φουλ αιματηρή και γεμάτη σασπένς ιστορία επιβίωσης απέναντι στην φύση λειτουργεί και ως ένα, σχεδόν Σαιξπηρικο, δράμα εξιλέωσης για τον αρχηγό Brody.
Στο βιβλίο του ο Benchley χρησιμοποίησε τον Καρχαρία ως μια αλληγορία για τον γάμο του Brody που οδεύει προς ένα άδοξο φινάλε εξαιτίας της απιστίας αλλά και μιας… ταξικής διαμάχης που αντιμετωπίζει το ζευγάρι. Σκοτώνοντας τον Καρχαρία ο Brody βρίσκει το κουράγιο να αντιμετωπίσει τον ίδιο του τον γάμο. Στον αντίποδα o Spielberg διακρίνοντας τις διαφορές ανάμεσα σε σινεμά και λογοτεχνία επέλεξε ένα πολύ πιο εκρηκτικό και θεαματικό φινάλε. Ο συγγραφέας τον σνομπαρε δηλώνοντας του ότι “οι καρχαρίες δεν καταπινουν φιάλες οξυγόνου!” αλλά κρίνοντας εκ του αποτελέσματος ο σκηνοθέτης δικαιώθηκε απόλυτα για τις αλλαγές που τόλμησε να κάνει.
Ο μεγάλος Λευκός του Spielberg καταπίνει οποιαδήποτε αλληγορία και κολυμπά ακριβώς στα βαθιά και άγρια νερά που αρμόζουν σε έναν ” Λεβιάθαν “!
Και όμως μέσα και από την δική του αναμέτρηση ανάμεσα σε άντρα και κτήνος ο σκηνοθέτης μπόρεσε να περάσει τα δικά του σταρατα μηνύματα :
Ιδού ένας άντρας που θα τολμήσει να κοιτάξει τις βαθύτερες φοβίες του και θα παλέψει εναντίον τους όχι μόνο ώστε να κερδίσει μια πολυπόθητη εξιλέωση αλλά και για να βοηθήσει τους συνανθρώπους του.

“Smile You Son of a Bitch!”
Χαρίζοντας ένα εκρηκτικό “χαμόγελο” στο τέρας που έχει απέναντι του ο αρχηγός Brody βρίσκει επιτέλους ξανά το δικό του χαμόγελο.
To Be Continued…
Leave a Reply