Design a site like this with WordPress.com
Get started

Mystic River : O Clint Eastwood τραβάει ένα εξάσφαιρο ενοχής…

by Αντρέι Κοτσεργκίν

‘I remember, I was more afraid of my little daughter than I ever was of being in prison.’

Υπάρχει ένας μύθος που λέει ότι σε καταστάσεις αδιανόητης αγωνίας ένας άνθρωπος επάνω στο σοκ του μπορεί να κατορθώσει πράγματα που φαντάζουν ‘υπερφυσικά‘. Λέγεται ότι αν ένας γονιός δει το παιδί του να καταπλακώνεται από ένα αμάξι μπορεί η αδρεναλίνη του να ανέβει σε τόσο υψηλά επίπεδα που θα μπορέσει να τρέξει μέχρι το όχημα και να το σηκώσει ολομόναχος και με τα γυμνά του χέρια ώστε να απεγκλωβίσει το παιδί του…

Στο Mystic River, του σκηνοθέτη Clint Eastwood, o πρωταγωνιστής Sean Penn προσπαθώντας να δει αν η κόρη του είναι καλά για μια φευγαλέα στιγμή σχεδόν σε πείθει ότι το παραπάνω δεν είναι και τόσο μύθος.

Καθώς παρατηρείς τους πολυάριθμους μπάτσους να προσπαθήσουν να συγκρατήσουν έναν τραγικό πατέρα από το να φτάσει μέχρι τον τόπο ενός φριχτού εγκλήματος μέσα σου νιώθεις ότι ο άντρας αυτός θα εξελιχθεί σε έναν ‘Superman‘ που με την ορμή του θα παρασύρει και θα προσπεράσει οτιδήποτε πασχίσει να του σταθεί ως εμπόδιο για να τον αποτρέψει να μάθει την αλήθεια.

Να που όμως ένα τέτοιο σενάριο δεν διαδραματίζεται ποτέ εδώ.

Στο Mystic River o Clint δεν έχει χρόνο για ‘υπερφυσικά παραμύθια’ εξιλέωσης και δικαιοσύνης. Το μόνο που μας δίνεται εδώ είναι ένα ‘ποτάμι‘ εντελώς θνητών ενοχών και μυστικών και μας δίνεται η ευκαιρία να βουτήξουμε στα παγωμένα και βαθιά νερά του…

Σεναριακά και θεματολογικά το φιλμ αυτό εκτυλίσσεται και το ίδιο σαν ένα ‘ποτάμι‘.

Ο Clint μας δίνει έναν αποτρόπαιο φόνο που κάθε νέο στοιχείο γύρω από αυτό λειτουργεί σαν ένα ρέμα που μας παρασύρει πίσω στο παρελθόν των εμπλεκόμενων και στο τέλος μας ξεβράζει σε ένα άλλο έγκλημα.

Η ιστορία ξεκινά με τρία παιδιά να παίζουν σε μια από τις αμέτρητες Ιρλανδικές συνοικίες της Βοστόνης. Ξαφνικά ένα κατάμαυρο αμάξι σταματάει μπροστά τους και από μέσα βγαίνουν δυο άντρες που τους συστήνονται ως ‘ντετέκτιβ‘. Ο ένας από αυτούς επιπλήττει τα παιδιά για τον ‘βανδαλισμό‘ που έπραξαν καθώς έγραφαν τα ονόματα τους στο φρέσκο τσιμέντο που σκεπάζει το πεζοδρόμιο της γειτονίας τους. Στην συνέχεια διατάζουν ένα από τα πιτσιρίκια να μπει μες το αμάξι ώστε να το πάνε μέχρι το ‘σπίτι‘. Ο Dave υπακούει στην εντολή των αγνώστων και μπαίνει στο αμάξι αφήνοντας πίσω τους δυο φίλους του αλλά και το όνομα του μισοτελειωμένο επάνω στο δρομάκι…

25 χρόνια μετά η γειτονία δεν φαίνεται να έχει αλλάξει καθόλου. Σε καμία περίπτωση δεν ισχύει το ίδιο και για τα τρία αγόρια που πλέον ως ενήλικες έχουν χαράξει ο καθένας την δική του πορεία σε αυτόν τον κόσμο. Να όμως που ένας φόνος θα τους ενώσει ξανά και θα τους αναγκάσει να ‘ψαρέψουν‘ εκείνα τα μυστικά του παρελθόντος τα οποία πίστευαν ότι τα είχαν ‘πνίξει‘ για πάντα μέσα τους…

Στο Mystic River o Clint Eastwood ‘ψαρεύει‘ από το ράφι της βιβλιοθήκης του την ομώνυμη νουβέλα του συγγραφέα Dennis Lehane και συνθέτει ένα από τα πιο στιβαρά και δυσοίωνα νεο-νουάρ δράματα του σύγχρονου σινεμά . Η νουβέλα του Lehane ενώ άνετα προσφέρονταν ώστε να στηθεί ένα καλό ‘Whodunit φιλμ μυστηρίου στα χέρια του Clint αποκτά μια εντελώς διαφορετική βαρύτητα και σημασία.

Ο σκηνοθέτης αν και μας περνάει μέσα από όλες τις τυπικές ντετέκτιβ διαδικασίες, τις οποίες παραδοσιακά συναντάμε σε τέτοιες ταινίες, στο τέλος επιλέγει να μας δώσει μια ιστορία που περιστρέφεται γύρω από το τραύμα , την θλίψη και την ενοχή. Και τα τρία αυτά στοιχεία εκφράζονται με τρομαχτικό και σκληρό ρεαλισμό μέσα από τις ερμηνείες των Sean Penn και Tim Robins.

Ο πρώτος εδώ μας δίνει ένα από τα πιο σπαραχτικά ερμηνευτικά ξεσπάσματα της μεγάλης οθόνης καθώς καλείται να βιώσει και να αντιμετωπίσει το τραύμα του ενώ ο δεύτερος με μια απόλυτη μεθοδικότητα μας ξεδιπλώνει σταδιακά τις συνέπειες που επέφερε το δικό του τραύμα. Τα τραύματα των δυο αντρών αν και διαφορετικής φύσης και χρονολογίας θα τους φέρουν τον έναν απέναντι στον άλλον. Ανάμεσα τους θα βρεθεί ο ντετέκτιβ Kevin Bacon που θα πασχίσει να λειτουργήσει ως η αντικειμενική και εξονυχιστική ματιά του Νόμου και της δικαιοσύνης όμως κάτι η φρίκη που ξεδιπλώνεται μπροστά του και κάτι το κοινό παρελθόν που μοιράζεται με τους δυο άντρες θα καταστήσουν την αποστολή του μια εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση…

Στο 24ο φιλμ του, ως σκηνοθέτης, ο Clint πολύ σοφά επιλέγει να μην παίξει κανέναν ρόλο και προτιμά να κάτσει πίσω από την κάμερα του και να επιτρέψει στους τρεις πιο ‘θνητούς‘ πρωταγωνιστές του να ξεδιπλώσουν τα ταλέντα τους. Εδώ είναι λες και ο Clint συνειδητοποιεί απόλυτα ότι η εμβληματική και αστείρευτα macho παρουσία του θα ζημίωνε αισθητά τον σκληρό, σχεδόν ‘σκατόψυχο‘ , ρεαλισμό που θέλει, και κατορθώνει, να μας περάσει σε αυτό το φιλμ του.

Με την σειρά τους οι τρεις ‘αμίγκος΄ ανταποδίδουν την εμπιστοσύνη του σκηνοθέτη παραδίδοντας τρεις άρτιες ερμηνείες. Η απόδοση και η ανάπτυξη των χαρακτήρων τους είναι υποδειγματική. Ο Penn μας δίνει έναν βίαιο άντρα, με σκιερό παρελθόν, που με τα χρόνια κατόρθωσε να καταπνίξει μέσα του όλη την οργή που κάποτε τον οδήγησε μέχρι τα σίδερα της φυλακής. Ο ερχομός ενός παιδιού στην πολυτάραχη ζωή του τον οδήγησε σε μια σειρά από αλλαγές που όμως σε καμία περίπτωση δεν κρίνονται ως ριζικές. Το να απαλλαγεί παντελώς ένας άντρας από το ‘Κτήνος‘ που κουβαλά μέσα στα σωθικά του είναι κάτι το ακατόρθωτο. Το να ‘σκοτώσεις το Κτήνος‘ είναι μια διαδικασία εξαιρετικά απαιτητική . Τόσο απαιτητική που φαντάζει σχεδόν μάταιη. Το μόνο που μπορείς πραγματικά να κάνεις αν επιθυμείς να φτιάξεις την ζωή σου είναι να εγκλωβίσεις το Κτήνος σε κάποια σκοτεινή και απόμερη γωνιά του υποσυνείδητου σου με την ελπίδα ότι εκείνο ποτέ δεν θα βρει ξανά μια αφορμή ώστε να σπάσει τα δεσμά του , να αναρριχηθεί στην επιφάνεια και να κυριεύσει ξανά το κορμί και τις σκέψεις σου. Όμως μέσα σε έναν κόσμο και μια κοινωνία που κατακλύζονται από πολλά ‘κακά σενάρια‘ ένα τέτοιο ενδεχόμενο φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο…

Ακριβώς ένα από αυτά τα ‘κακά σενάρια’ βίωσε και ο Dave του Tim Robins όταν ήταν ακόμη ένα αμούστακο αγόρι. Έχοντας πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης ο Dave μετά από χρόνια πιάνει τον εαυτό του να αδυνατεί να ξεπεράσει το τραύμα που βίωσε ως παιδί. Καθώς τον βλέπεις να βυθίζεται στην πολυθρόνα του, μέσα σε ένα σχεδόν απόλυτο σκοτάδι, και να παρακολουθεί ταινίες με βαμπίρ το καταλαβαίνεις ότι ο άντρας αυτός πασχίζει με όλο του το είναι να βρει μια μεταφορά για όλα όσα ο ίδιος πέρασε στην αληθινή ζωή. Την μοιραία μέρα που ως φοβισμένος πιτσιρικάς εισήλθε σε ένα άγνωστο αμάξι μια βίαιη ‘μεταμόρφωση‘ ξεκίνησε για τον Dave. Ως ενήλικας ο Dave μπορεί να αισθανθεί αυτή την μεταμόρφωση και να βρει τις αιτίες της όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί και να ερμηνεύσει ξεκάθαρα τις συνέπειες που έχει απέναντι σε εκείνον αλλά και στους ανθρώπους γύρω του…

Στο ενδιάμεσο ο Kevin Bacon καλείται να εξιχνιάσει μια υπόθεση φόνου και να βρει και να τιμωρήσει τον ένοχο ή τους ένοχους. Η έρευνα του θα τον οδηγήσει πίσω στους παλιόφιλους του όμως παράλληλα ο ντετέκτιβ έχει να λύσει και τις δικές του προσωπικές υποθέσεις που μεταφράζονται σε έναν γάμο που βρίσκεται υπό διάλυση.

Ένας ολοφάνερος πόνος αλλά και μια αθέατη οργή διακρίνουν το ‘Σκοτεινό Ποτάμι’ του σκηνοθέτη από την αρχή μέχρι και το φινάλε. Ο Clint με τα αργόσυρτα πλάνα του επιτρέπει στους ηθοποιούς του να χτίσουν χαρακτήρες και να αποδώσουν τα συναισθήματα τους , ή και να τα αποκρύψουν, μεθοδικά και άκρως αποτελεσματικά. Και όμως παρόλο που ο σκηνοθέτης εδώ ‘παίρνει τον χρόνο του‘ η ταινία του δεν θα σου επιτρέψει να ανασάνεις ως θεατής. Το φιλμ μπορεί να μην μας σερβίρει πολλές σκηνές βίας όμως η αίσθηση της βίας , τόσο της σωματικής όσο και της ψυχολογικής, πλανάται συνεχώς επάνω στο πανί ή την οθόνη. Για έναν σκηνοθέτη, αλλά και ηθοποιό, που μας γαλούχησε με την άμεση και σωματική βία η αυτοσυγκράτηση που επιδεικνύει εδώ ο Clint είναι πραγματικά αξιοθαύμαστη και εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται πέρα για πέρα επιτυχημένη. Στο φιλμ αυτό η βία δεν λειτουργεί ποτέ ως ένα όργανο ‘δικαιοσύνης‘ αντίθετα εξελίσσεται σε μια αιχμηρή μελέτη της διαστροφής που συναντάται μέσα στην θνητή μας φύση.

Η μελέτη αυτή οφείλει την αποτελεσματικότητα της και στον σεναριογράφο Brian Helgeland. Οι Eastwood και Helgeland δεν διστάζουν να ‘πνίξουν‘ ορισμένα από τα πιο ακραία και ‘πιασάρικα‘ κομμάτια της νουβέλας ώστε να προσδώσουν στην μεταφορά τους μια άλλη βαρύτητα και αξία. Στο βιβλίο του ο Lehane μας παρουσιάζει σε μια φάση τον χαρακτήρα του Dave να αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στον οικογενειάρχη που είναι τώρα, το θύμα που υπήρξε κάποτε και στο ‘τέρας‘ που φοβάται ότι μπορεί να εξελιχθεί και ο ίδιος. Όμως ο Eastwood αρνείται να μας δώσει μια ακόμη ιστορία όπου το τραύμα στέκεται η αφορμή ώστε το θύμα του στην συνέχεια να προσπαθήσει να νιώσει ‘καλύτερα‘ επιφέροντας το ίδιο τραύμα που υπέστη απέναντι σε άλλους ανθρώπους. Ναι υπάρχουν νύξεις και εξομολογήσεις περί αυτού όμως ο σκηνοθέτης ποτέ του δεν εστιάζει εκεί καθώς προτιμά να επικεντρωθεί στο κοινωνικό στίγμα που προκύπτει μέσα από τέτοιες τραυματικές ιστορίες.

Ένα στίγμα που φαντάζει εξίσου σκληρό και απάνθρωπο με το ίδιο το έγκλημα…

‘We bury our sins here, Dave. We wash them clean.’

Στο φινάλε του Mystic River ένας τραγικός και πονεμένος πατέρας πασχίζει να ‘πνίξει‘ το τραύμα του κυριολεκτικά μέσα σε ένα ποτάμι. Και δεν θα είναι η πρώτη φορά που θα αποπειραθεί να το κάνει. Ποτέ μας δεν μαθαίνουμε πόσες φορές ο πατέρας έχει καταφύγει σε αυτή την διαδικασία. Το γεγονός όμως ότι ύστερα από τόσα χρόνια επανέρχεται σε αυτήν αποδεικνύει την ματαιότητα της.

Στην τελική ο άντρας αυτός θέλει να ‘ξεπλύνει‘ κυριολεκτικά τις αμαρτίες του όμως κάτι τέτοιο είναι απλά ακατόρθωτο. Όσο βαθύ και αν είναι το αληθινό ποτάμι η ανθρώπινη ψυχή θα φαντάζει πάντοτε υπερβολικά ρηχή ώστε να επιτρέψει στην ενοχή να βυθιστεί και να πνιγεί μέσα της για πάντα…

Στο ‘Σκοτεινό Ποτάμι‘ του ο Clint Eastwood αρνείται πεισματικά να πλεύσει μακριά από την ενοχή και να ξεπλύνει το αίμα από τα χέρια των χαρακτήρων του. Εδώ ο Clint χειρίζεται την αστική ενοχή με την ίδια δεξιοτεχνία με την οποία χειρίζονταν τα Colt εξάσφαιρα και τις Winchester καραμπίνες στα γουέστερν στα οποία πρωταγωνιστούσε.

Στο τέλος ο σκηνοθέτης το ξέρει καλά ότι κάποια τραύματα δεν θα μπορέσουμε να τα αποτινάξουμε ποτέ από επάνω μας. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να συνεχίσουμε τις ζωές μας και να μαχόμαστε καθημερινά και με όλο μας το είναι ώστε να αποτρέψουμε την οργή που προκύπτει μέσα από αυτά τα τραύματα να κυριεύσει την καλή πλευρά του εαυτού μας και να μας διαστρεβλώσει σε κτήνη που διψούν για αίμα και εκδίκηση.

Κάποιοι από εμάς ίσως το κατορθώσουμε αυτό. Οι περισσότεροι όμως μάλλον θα καταλήξουμε ξανά πίσω στις όχθες του ποταμιού να κοιτάμε τον ορίζοντα ενώ παράλληλα θα ρίχνουμε το φταίξιμο σε τρίτους και αναζητώντας κούφιους τρόπους ώστε να μπαλώσουμε τις ολέθριες συνέπειες που προέκυψαν από την αδυναμία που επιδείξαμε απέναντι στις κτηνώδεις παρορμήσεις μας..

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

Blog at WordPress.com.

Up ↑

%d bloggers like this: