by Αντρέι Κοτσεργκίν
‘Behold, as a wild ass in the desert, go I forth to my work.’
Αγαπητοί αναγνώστες θα είμαι απόλυτα ειλικρινής απέναντι σας :
Ποτέ μου δεν έχω κάτσει να διαβάσω την νουβέλα DUNE του συγγραφέα Frank Herbert.
Δεν είναι ότι την σνομπάρω ή κάτι τέτοιο απλά δεν έτυχε μέχρι στιγμής. Παρόλα αυτά σέβομαι απόλυτα το ότι ένας συγγραφέας πήρε μια ιστορία που περιστρέφεται γύρω από γιγάντια / space σκουλήκια και ένα ‘ μπαχάρι ‘ και κατόρθωσε να συνθέσει ένα βιβλίο που η πλειοψηφία των φίλων της επιστημονικής φαντασίας το κρίνει ως ‘ επικό ‘ και ‘ σπουδαίο ‘.
Όμως το ερώτημα για μένα είναι το τι ακριβώς θα μπορούσε να κάνει ένας σκηνοθέτης έχοντας αυτά τα δυο πράγματα στα χέρια του ?
Οι απόπειρες να μεταφερθεί η ιστορία του Herbert στο κινηματογραφικό πανί δεν είχαν και την καλύτερη κατάληξη στο παρελθόν. Ο Alejandro Jodorowsky το πάλεψε αλλά έμπλεξε μέσα σε μια προβληματική, σχεδόν ‘ καταραμένη ‘ , παραγωγή και το μόνο που προέκυψε ήταν ένα ντοκιμαντέρ γύρω από μια ‘ χαμένη ‘ ταινία…

Τα σχέδια του σκηνοθέτη γύρω από το DUNE ήταν πραγματικά μεγαλεπήβολα. Ο Jodorowsky προσέγγισε τα συγκροτήματα των PINK FLOYD και MAGMA ώστε να συνθέσουν μουσικάρες για την ταινία του , τον σεναριογράφο του ALIEN , Dan O’Bannon και καλλιτέχνες όπως οι H.R.Giger, Jean Giraud και Chris Foss ώστε να επιμεληθούν τον σχεδιασμό του δικού του DUNE σύμπαντος.
Όμως εκεί που πραγματικά ρίσκαρε ο σκηνοθέτης ήταν στην επιλογή του cast μιας και οραματίζονταν στον ρόλο του ‘ Αυτοκράτορα‘ τον…Salvador Dali ενώ ήθελε να έχει στην ταινία του και τους Mick Jagger, Orson Welles , την μοχθηρή φάτσα του Udo Kier αλλά και τον ‘ σαολίν‘ David Carradine…
Ω ναι το DUNE του Alejandro Jodorowsky θα ήταν επικό , γκλάμ , ροκ, ψυχεδελικό, μάχιμο, ζεν και εκκεντρικό ταυτόχρονα !
Τελικά το space όραμα του σκηνοθέτη δεν εκπληρώθηκε ποτέ για μια σωρεία λόγων που όμως απόψε απλά δεν είναι η στιγμή ώστε να τους μελετήσουμε και αναλύσουμε εκτενώς. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι το πρότζεκτ ναυάγησε και το 1976 τα δικαιώματα κατέληξαν στον δαιμόνιο παραγωγό Dino De Laurentiis.
Στην συνέχεια ανέλαβε ο ανερχόμενος Ridley Scott όμως και το δικό του πρότζεκτ χάθηκε σαν δάκρυα στην βροχή καθώς ενώ αρχικά σχεδίαζε να χωρίσει την ιστορία του βιβλίου σε δυο μέρη τελικά τα παράτησε ώστε να γυρίσει το BLADE RUNNER.
Και κάπως έτσι στις αρχές των 80s ο συνάδελφος του David Lynch αποφάσισε να ‘οργώσει‘ εκείνος το σύμπαν του DUNE και το ‘ μπαχάρι ‘ του επιστρατεύοντας τις δικές του τόσο μοναδικές και ιδιαίτερες μεθόδους…

‘Usul, we have wormsign the likes of which even God has never seen.’
Τι δουλειά είχε ένας σκηνοθέτης όπως είναι ο David Lynch με ένα sci-fi έπος ?
Η αλήθεια είναι ότι μάλλον καμία…
Ναι ο Lynch με το πρώτο του φιλμ με τίτλο ERASERHEAD μας έδειξε ότι είναι ένας σκηνοθέτης που ποντάρει στο ‘αλλόκοτο‘ και το πειραματικό. Το φιλμ αυτό διακρίνονταν από στοιχεία ευρηματικής φαντασίας και δυνατού Body Horror. Αλλά κακά τα ψέματα ο David Lynch στο DUNE σάλπαρε σε βαθιά sci-fi νερά στα οποία απλά δεν ήξερε πως να κινηθεί με απόλυτη σιγουριά και με ένα ξεκάθαρο όραμα. Δεν είναι τυχαίο που έγραψε γύρω στα… επτά προσχέδια ώστε να καταλήξει στο τελικό σενάριο και μάλιστα χωρίς προηγουμένως να έχει την παραμικρή επαφή με το βιβλίο του Herbert.
Μια γνήσια και ‘ μεγάλη‘ ιστορία επιστημονικής φαντασίας όπως αυτή του DUNE απλά δεν ταίριαζε στο σκηνοθετικό ύφος και το όραμα ενός δημιουργού που ανέκαθεν ήθελε να γυρνά ταινίες που θα στηρίζονταν αποκλειστικά στις δικές του, τόσο μοναδικές, ιδέες και που θα διακατέχονταν από την τόσο αλλόκοτη αλλά και προβοκατόρικη αισθητική του. Μάλιστα ο ίδιος ο Lynch στις αρχές των 80s αρνήθηκε να αναλάβει την σκηνοθεσία του THE RETURN OF THE JEDI . Η αιτιολόγηση της απόφασης του μας ήρθε μερικά χρόνια αργότερα και ήταν η εξής :
‘ Συνάντησα τον George Lucas και μου πρότεινε να γυρίσω το τρίτο φιλμ και ας μην μου άρεσε ποτέ πραγματικά η επιστημονική φαντασία. Μου αρέσουν ορισμένα στοιχεία της αλλά μόνο όταν συνδυάζονται με άλλα είδη. Επίσης , και προφανώς, το STAR WARS ήταν μια υπόθεση που άνηκε στον George Lucas.’
Όπως και να χει ο Dino De Laurentiis έδωσε τα κλειδιά του σύμπαντος του DUNE στον Lynch ύστερα από προτροπή της γυναίκας του η οποία είχε δει το THE ELEPHANT MAN και ήταν ενθουσιασμένη με τις τεχνικές και την ματιά του σκηνοθέτη. Μέσα από τον παραμορφωμένο και τραγικό ‘ άνθρωπο ελέφαντα‘ το ζεύγος De Laurentiis διέκρινε έναν σκηνοθέτη που είχε όλες τις αρετές που χρειάζονταν ώστε να σφυρηλατηθεί το κινηματογραφικό σύμπαν που σχεδίαζαν να παρουσιάσουν στο κοινό.
Ω ναι, το αρχικό σχέδιο του παραγωγού ήταν να δημιουργήσει μια επική sci-fi τριλογία που θα έπαιζε μπαλίτσα στα ίσα το STAR WARS και που θα απευθύνονταν ‘ σε ενήλικες‘ …

‘I’ll miss the sea, but a person needs new experiences.‘
Εκείνο που όμως δεν είχε υπολογίσει καθόλου το ζεύγος De Laurentiis δεν ήταν οι σκηνοθετικές ικανότητες του Lynch αλλά η ιδιοσυγκρασία του και οι τρόποι με τους οποίους αντιμετώπιζε το σινεμά και τις ταινίες του…
Ο Lynch από την πρώτη του κιόλας ταινία είχε δείξει σε όλους μας ότι ήταν ένας εντελώς ασυμβίβαστος σκηνοθέτης , όχι μονάχα στο οπτικό κομμάτι των ταινιών του αλλά και στην απόδοση των εκάστοτε θεματολογιών του. Στα νεανικά του χρόνια ο Lynch υπήρξε ζωγράφος και πολλές από τις σκηνοθετικές του ιδέες πηγάζουν μέσα από παλιούς πίνακες του. Προφανώς και ένας τέτοιος δημιουργός θα απέρριπτε το ηρωικό και ‘οπερετικό‘ σύμπαν του STAR WARS και θα προτιμούσε ένα πιο σκοτεινό , αλλόκοτο και γεμάτο πολιτικές και θρησκευτικές αλληγορίες όπως ήταν αυτό του DUNE.
Ναι ο Lynch δεν γούσταρε ποτέ του το sci-fi όμως διέκρινε μέσα στην ιστορία του Herbert χαρακτήρες, πλάσματα, στοιχεία και ιδέες με τα οποία θα μπορούσε να περάσει πράγματα στο κοινό.
Το ζήτημα ήταν ότι η πλειοψηφία του κοινού αλλά και οι παραγωγοί του DUNE απλά δεν ήταν ‘ έτοιμοι’ να δουν το ‘ διαστημικό όραμα’ του Lynch και να το αποδεχτούν…

Η Universal Studios έδωσε στον Lynch ένα μπάτζετ που ξεπερνούσε τα 40 εκατομμύρια δολάρια. Ένα ποσό που είναι μακράν το μεγαλύτερο, και με διαφορά, ολόκληρης της φιλμογραφίας του.
Το όραμα που είχε ο σκηνοθέτης όσον αφορά το δικό του DUNE σύμπαν μεταφράστηκε σε πανάκριβα μπαρόκ και βιομηχανικά σκηνικά , εκκεντρικές στολές και μακιγιάζ, ερμηνείες που ακροβατούσαν ανάμεσα στο θεατρικό και το εκκεντρικό και σε μια pulp αισθητική και ενίοτε στο camp ύφος κανενός B-Movie προηγούμενων δεκαετιών.
Προφανώς δεν έλειψαν και αρκετές Body Horror πινελιές…

Το DUNE σε ορισμένες εκφάνσεις του, κυρίως σε ότι είχε να κάνει με την παρουσία του ‘ Βαρόνου Harkonnen’ , διακατέχονταν από ένα σκοτάδι, μια τρελά και σιχασιά.
Στα χέρια του Lynch και τα τρία αυτά στοιχεία μπορούν να αηδιάσουν τον θεατή αλλά με τρόπο που όχι μόνο δεν θα τον απομακρύνουν από την οθόνη αλλά αντίθετα θα τον αναγκάσουν να μείνει κολλημένος σε αυτή. Ο David Lynch ανέκαθεν ήταν ένας μάστορας του Avant Garde.
Όμως οι παραγωγοί του δεν ένιωσαν και τόσο ‘ γοητευμένοι ‘ από τις γκροτεσκικές πινελιές του σκηνοθέτη…
Παρά τους ισχυρισμούς ότι ήθελαν να χτίσουν μια ‘ενήλικη εκδοχή’ του STAR WARS στην πραγματικότητα οι τύποι αυτοί προφανώς και νοιάζονταν μόνο για τις εισπράξεις στο Box Office και σχεδίαζαν να φτιάξουν μια σειρά παιχνιδιών και άλλων προϊόντων βασισμένα επάνω στο ‘ κινηματογραφικό σύμπαν’ του DUNE. Και οι ‘ ακραίες‘ και ‘ αμφιλεγόμενες‘ επιλογές του σκηνοθέτη έβαζαν ξεκάθαρα εμπόδια σε αυτά τα σχέδια.
Ο De Laurentiis έβαλε αρκετούς περιορισμούς στον ‘ εκλεκτό‘ του σκηνοθέτη. Σε κάποιους ο Lynch υπέκυψε. Στην τελική όπως το είπαμε ποτέ του δεν καίγονταν για την επιστημονική φαντασία. Σε άλλους πάλι αντιστάθηκε σθεναρά ενώ σε άλλους πάλι ‘ απάντησε‘ επιστρατεύοντας πολύ ‘ μουλωχτούς‘ αλλά και ευρηματικούς τρόπους.
Όπως για παράδειγμα έναν εξαιρετικά αλλόκοτο εξωγήινο που το στόμα του μοιάζει με…μουνί…

Η δημιουργική συνεισφορά του καλλιτέχνη H.R.Giger είναι κάτι παραπάνω από ευδιάκριτη σε αυτό το τρομερό πάντρεμα της αποκρουστικής επιστημονικής φαντασίας με την σεξουαλικότητα.
Η ιδέα πάλι οι ακόλουθοι αυτού του πλάσματος να κρατάνε κάτι...ηλεκτρικές σκούπες μάλλον ανήκει 100% στον σκηνοθέτη…
Επιστρέφοντας όμως στον De Laurentiis το μεγαλύτερο ‘ έγκλημα ‘ του παραγωγού ήταν όχι ότι μόνο επέμενε πεισματικά η ιστορία της νουβέλας να χωρέσει σε μια ταινία διάρκειας δυο ωρών …(κάτι το αδιανόητο μιας και το βιβλίο του Herbert εξιστορεί ένα έπος με πραγματικά πολλούς χαρακτήρες και προεκτάσεις…) αλλά τελικά κατέληξε να ‘ βιάσει‘ την τρίωρη κόπια που του παρέδωσε ο σκηνοθέτης.
Ο παραγωγός πετσόκοψε στο μοντάζ που έκανε ότι θεωρούσε υπερβολικά ‘ ακραίο‘ , ‘ προκλητικό‘ ή περιττό και ανάγκασε τον Lynch να γυρίσει ορισμένες έξτρα σκηνές που θα έκαναν το φιλμ του πιο ‘ κατανοητό και προσιτό‘ στο ευρύ κοινό. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο αποφάσισε να χώσει και μια εντελώς αχρείαστη εισαγωγή όπου η ηθοποιός Virginia Madsen κοιτούσε κατευθείαν μέσα στην κάμερα και μέσα από μια ψυχρή αφήγηση μας εξηγούσε αναλυτικά την ‘ ακατανόητη‘ ιστορία του σύμπαντος του DUNE και των χαρακτήρων του. Όμως το ηλίθιο Exposition δεν σταμάτησε εκεί καθώς κάθε λίγο στην ταινία ‘ ακούμε‘ τις φευγαλέες σκέψεις των ηθοποιών που ουσιαστικά μας δηλώνουν τα προφανή ενώ κοιτούν σαν χάνοι την κάμερα…
Ο Lynch αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα και κατά την διάρκεια των γυρισμάτων. Ένα από τα σημαντικότερα εμφανίστηκε όταν ο υπεύθυνος για τα ειδικά εφέ John Dykstra αποχώρησε από την παραγωγή και την θέση του κάλυψε η Raffaella De Laurentiis που προφανώς δεν είχε και ιδιαίτερη σχέση με το αντικείμενο.
Και κάπως έτσι εξηγείται το παράδοξο ότι ενώ σε μερικά σημεία του DUNE τα ειδικά εφέ είναι αρκετά ρεαλιστικά και σαγηνευτικά σε άλλα πάλι θυμίζουν περισσότερο ένα φτηνιάρικο και γραφικό B-Movie…

Στα πρακτικά εφέ , τις στολές και το μακιγιάζ έχει γίνει σαφώς καλύτερη δουλειά αλλά και πάλι κρίνεται ως υπερβολικά αμφιλεγόμενη κυρίως επειδή η αισθητική του David Lynch δεν είναι για όλους.
Το DUNE του είναι μπαρόκ, industrial, φουτουριστικό, ρετρό, επικό, αλλόκοτο , σουρεαλιστικό , φωτεινό αλλά και σκοτεινό, έχε ερωτισμό αλλά και σκληράδα, ηρωισμό αλλά και τραγικότητα και ένα σωρό άλλα πράγματα ταυτόχρονα ! Κατά συνέπεια αυτή η ταινία, που λειτουργεί λες και είναι ένα αντι-STAR WARS φιλμ, δεν θα μπορούσε να είχε απήχηση στην μάζα.
Το ξέρεις ότι ένα φιλμ επιστημονικής φαντασίας είναι ευχή και κατάρα ταυτόχρονα όταν σε αυτό βλέπεις τον Patrick Stewart να κουβαλά μαζί του ένα φουτουριστικό ‘ μπουζούκι‘ και τον πρωταγωνιστή ‘ με την αλλόκοτη φάτσα’ ( και σχεδόν μόνιμο και αγαπημένο συνεργάτη του Lynch) Kyle MacLachlan να ‘ μονομαχεί’ με ένα ρετρό μηχάνημα και να προσπαθεί να αποτρέψει μια ...ιπτάμενη / τηλεκατευθυνόμενη σύριγγα από το να τον δολοφονήσει…
Και όλα αυτά υπό τις τριπαρισμένες μουσικές των Bryan Eno και Toto !
Στο DUNE o Lynch παίζει να είχε στην διάθεση του ένα από τα πιο ταλαντούχα αλλά και εκκεντρικά cast της ιστορίας του σινεμά :
Brad Dourif , Virginia Madsen, Max Von Sydow, Francesca Annis και ένα σωρό άλλοι εξαίρετοι ηθοποιοί. Και όμως πολλές από τις ερμηνείες κυμαίνονται στα πλαίσια μιας ‘ γραφικότητας‘ που αν και δεν σε απωθεί παράλληλα κάπως σε ξενίζει. Φυσικά ανάμεσα σε όλους αυτούς τους ηθοποιούς συναντάμε και τον …τραγουδιστή Sting να ξεχωρίζει λιγάκι παραπάνω…

Όμως για μένα προσωπικά η αγαπημένη μου ερμηνεία και χαρακτήρας του Dune ανήκουν στον Kenneth McMillan που ως Βαρόνος Harkonnen καθρεφτίζει με τον πιο σιχαμένο τρόπο την απληστία, την μοχθηρία, την τρέλα, την ακόρεστη επιθυμία για δύναμη και εξουσία και τον απόλυτο σαδισμό…
Το θέμα με τις ερμηνείες των ηθοποιών είναι ότι εδώ συναντάται μια χτυπητή ανισορροπία όσον αφορά την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα τους. Αυτή η ανισότητα οφείλεται στο γεγονός ότι οι μισοί από αυτούς ταιριάζουν γάντι με το ύφος του David Lynch ενώ οι υπόλοιποι μισοί όχι και τόσο με αποτέλεσμα οι χαρακτήρες τους να φαντάζουν εκτός τόπου και χρόνου και να σου προκαλούν από γέλιο μέχρι και αμηχανία…
Φυσικά την παράσταση κλέβουν εξίσου οι θηριώδεις ‘ αμμοσκώληκες‘ του Lynch που μοιάζουν αρχέγονοι και απειλητικοί αλλά παράλληλα εκπέμπουν και μια επιβλητικότητα που τους καθιστά ‘ γοητευτικούς‘ …
Το DUNE , μετά κόπων και βασάνων, προσγειώθηκε στις αίθουσες τον Δεκέμβρη του 1984 και τελικά χάθηκε κάπου στην ‘ έρημο‘ του Box Office και κρίθηκε από τους παραγωγούς ως μια ‘ εισπρακτική απογοήτευση‘.
Σε επίπεδο κριτικής αποδοχής τα πράγματα δεν πήγαιναν καλύτερα. Ο διαβόητος κριτικός Roger Ebert το έχρισε ως ‘ την χειρότερη ταινία του 84’ και η πλειοψηφία των αρνητικών κριτικών εστίασε στο ‘ ακατανόητο σενάριο’ , τις ‘ αποκρουστικές σκηνές’ , σε ορισμένα από τα ‘ φτηνιάρικα εφέ’ τους ‘ απόμακρους και αντιπαθητικούς χαρακτήρες’ και στο περιττό Exposition.
Και η αλήθεια είναι ότι οι περισσότερες κατηγορίες απέναντι στο DUNE ευσταθούν σε κάποιον βαθμό. Αλλά πραγματικά πως θα μπορούσε ένα φιλμ που αφηγείται μια ιστορία πολιτικών σκοπιμοτήτων , οικογενειοκρατίας , παιχνιδιών προδοσίας και εξουσίας, δολοφονιών , αψιμαχιών και τραγικότητας και μέσα από την οποία προκύπτουν δυνατές αλληγορίες γύρω από την εξουσία , την θρησκεία και τον έλεγχο που πασχίζει να ασκήσει ο άνθρωπος επάνω στην φύση να είναι ‘ όμορφη‘ , καλογυαλισμένη και να περιλαμβάνει μέσα της ‘ γοητευτικούς ήρωες’ ?

Ναι ο David Lynch μασκάρεψε το DUNE του σε ένα ακόμη ‘ έπος‘ επιστημονικής φαντασίας όμως αρνήθηκε να θάψει τα μηνύματα και τις αλληγορίες του κάτω από την άμμο ώστε να κάνει την ταινία του εντελώς εύπεπτη στο κοινό.
Πάντως ο ίδιος ο Frank Herbert χαρακτήρισε το DUNE ως ένα ‘ οπτικό τσιμπούσι’ ενώ πρόσθεσε ότι ο Lynch βελτίωσε και ορισμένα από τα σημεία της νουβέλας του.
Στο παρελθόν ο συγγραφέας είχε δηλώσει το εξής :
‘ Είμαι ένας λάτρης της ιστορίας και έχω την εντύπωση ότι δεν έχουμε εξετάσει όσο θα έπρεπε την παρόρμηση που έχουν ορισμένοι άνθρωποι να το παίζουν Μεσσίες…την επίδραση που έχει ένας Μεσσίας στην ιστορία μας και στο πως δημιουργεί μια δομή εξουσίας. Όσο καλός και αν αποδειχθεί ένας Μεσσίας πάντοτε θα υπάρχουν και άλλοι ώστε να μπουν σε αυτό το παιχνίδι. Και άλλοι θα νιώσουν να έλκονται από αυτό το σύστημα εξουσίας. Όλοι οι Μεσσίες που μελέτησα μέσα στην ιστορία μας αποδείχθηκαν μεταρρυθμιστές…’
Μέσα από την ταινία του ο Lynch κατόρθωσε να αποτυπώσει ένα σημαντικό μέρος των μηνυμάτων και των ιδεών του Herbert και ας είχε, κατά γενική ομολογία, υλικό που ήταν αδύνατον να το στριμώξεις μέσα σε ένα φιλμ διάρκειας δυο ωρών και να μην εκφυλίσεις την ιστορία και τα νοήματα του…
Η αποτυχία του DUNE αποτέλεσε την καλύτερη αφορμή ώστε ο δημιουργός του David Lynch να απομακρυνθεί για τα καλά από το mainstream σινεμά και να μην ασχοληθεί ποτέ ξανά με το παραδοσιακό sci-fi .
Ο Lynch δεν πτοήθηκε από τη αποκαρδιωτική εμπειρία του DUNE και συνέχισε να γυρνά ταινίες, που ποτέ τους δεν ξεπέρασαν τα 15 εκατομμύρια σε μπάτζετ, πάντοτε με τον δικό του τρόπο και την δική του ματιά με αποτέλεσμα να δημιουργήσει μια εντελώς δική του ‘ σχολή‘ που όμως φαντάζει σχεδόν αδύνατον να την μιμηθεί κάποιος άλλος σκηνοθέτης.

Το DUNE μπορεί να μην έβγαλε λεφτά, να μην κέρδισε τους κριτικούς, να μην εξελίχθηκε σε τριλογία που θα συναγωνίζονταν το ‘φλώρικο‘ STAR WARS αλλά με το πέρασμα των εποχών κατόρθωσε να βρει μια αποδοχή κυρίως χάρη στην ναι μεν εκκεντρική αλλά ταυτόχρονα και εξαιρετικά μοναδική αισθητική του.
Σήμερα τα σουρεαλιστικά τοπία, τα μπαρόκ και industrial σκηνικά, οι αλλόκοτες ονειρικές σεκάνς και οι φωτεινές ενέργειες αλλά και τα αποκρουστικά πλάσματα καθιστούν το DUNE ως ένα φιλμ επιστημονικής φαντασίας που πραγματικά ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα του είδους.
Επίσης λειτούργησε ως ένα ύψιστης σημασίας ‘ μάθημα‘ για τον δημιουργό του David Lynch :
‘ Μην φτιάχνεις μια ταινία αν δεν είναι η ταινία που εσύ θέλεις να φτιάξεις. Αν το κάνεις η διαδικασία θα εξελιχθεί σε ένα αρρωστημένο αστείο το οποίο θα σε σκοτώσει…’
Προφανώς και όπως αποδείχθηκε στην πορεία ο David Lynch δεν ‘ πέθανε‘ από την εμπειρία που αποκόμισε γυρνώντας το DUNE. Αντίθετα τον ανάγκασε να ξαναβρεί τον εαυτό του και το πεπρωμένο του και τον έπεισε να εγκαταλείψει εκείνες τις παραγωγές που όσο ‘ μεγάλες‘ και αν παρουσιάζονταν στην τελική έλεγαν ‘ ελάχιστα‘ ή και ‘ τίποτα‘ στο κοινό τους, εξαιτίας των δημιουργικών περιορισμών και της θεματολογικής ατολμίας, και να επιστρέψει στις μικρές παραγωγές και στις μικρές ιστορίες που όμως χάρη στην τόλμη και την ευρηματικότητα τους κατόρθωναν να πουν πολλά πράγματα σε όσους θεατές τολμούσαν να κάτσουν να τις ακούσουν.
Στην τελική όπως μας είπε και ο Δούκας Leto Atreides στο DUNE :
‘Without change something sleeps inside us, and seldom awakens. The sleeper must awaken.’
Leave a Reply