by Αντρέι Κοτσεργκίν
Who taught you to duel?
– It’s all part of the program.
Από τα μέσα των 80s μέχρι και τις αρχές των 90s το να γυρίσεις ένα γουέστερν φιλμ ισοδυναμούσε με εμπορική αυτοκτονία.
Τουλάχιστον μέχρι να σκάσει μύτη το THE UNFORGIVEN , το 1992, όπου (πολύ συμβολικά) ο εμβληματικός ‘καουμπόης‘ Clint Eastwood όχι μόνο αναθεώρησε το συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος αλλά το διέσωσε από την λήθη στην οποία είχε περιέλθει…

Ναι αλλά τι μπορούσε να κάνει μέχρι τότε ένας σκηνοθέτης που ήθελε να γυρίσει ένα γουέστερν και μέσα από τους περιπλανώμενους αντιήρωες του να περάσει στο κοινό τα μηνύματα και τις θεματολογίες του ?
Η απάντηση χωρίζεται σε δυο σκέλη και είναι εξαιρετικά απλή :
Έπρεπε να προσαρμοστεί στις κινηματογραφικές επιταγές της εποχής του αλλά και παράλληλα να βρει έναν τρόπο ώστε να πρωτοτυπήσει.
Και υπάρχουν αρκετά παραδείγματα σκηνοθετών που μπόρεσαν να επιτύχουν την παραπάνω συνταγή. Ένα από τα πιο ενδεικτικά και σπουδαία παραδείγματα είναι η Kathryn Bigelow και το φιλμ της με τίτλο NEAR DARK…

Στα μέσα των 80s τα γουέστερν απλά δεν ‘τράβαγαν‘ στο Hollywood και έτσι η σκηνοθέτης αδυνατούσε να βρει ένα στούντιο που θα επένδυε επάνω στην , αρχικά, γουέστερν ιστορία που ήθελε να αφηγηθεί μέσα από το πανί. Και κάπως έτσι η σκηνοθέτης έκανε την εξής σκέψη :
‘Χμ, τι γουστάρει να βλέπει το κοινό στις μέρες μας ?’
Οι ταινίες με γοητευτικά αλλά και αιμοδιψή βαμπίρ ήταν το απόλυτο ‘χιτ‘ τότε και έτσι η Bigelow αποφάσισε να προσαρμόσει το γουέστερν σενάριο της στα πλαίσια μιας ταινίας τρόμου με βρικόλακες. Στο NEAR DARK η σκηνοθέτης έκανε κάτι το εξαιρετικά τολμηρό και καινοτόμο μιας και πήρε όλη την κλισέ μυθολογία γύρω από τα βαμπίρ και την εξέλιξε σε μια αλληγορία γύρω από τον εθισμό στα ναρκωτικά, την κοινωνική αποξένωση αλλά και τον έρωτα.
Και όλα αυτά δίχως η ταινίας της να χάσει έστω και μια στάλα αίματος !
Μεταμφιεσμένο σε ένα βαμπιροφίλμ το NEAR DARK εξασφάλισε χρηματοδότηση και διανομή στις αίθουσες. Όπως και να χει απέτυχε εμπορικά διότι είχε την ατυχία να συμπέσει με τα πιο ‘γκλαμουράτα‘ βαμπίρ του Joel Schumacher και των LOST BOYS του…

Αλλά για να μην ξεφύγουμε περαιτέρω από το θέμα μας απόψε , ας κρατήσουμε το ηθικό δίδαγμα αυτής της ιστορίας :
Εκείνη την περίοδο αν ένας σκηνοθέτης ένιωθε την δημιουργική ανάγκη να μοιραστεί το (όποιο) όραμα του με το κοινό πολλές φορές αναγκάζονταν να κινηθεί δια της πλαγίας οδού.
Και αυτό ακριβώς έπραξε και ο Albert Pyun καθώς το 1993 αποτύπωσε στο πανί το γουέστερν ‘όραμα‘ του όμως αφού πρώτα φρόντισε να το μασκαρέψει σε μια ταινία που θα συμβάδιζε με τις τότε επιθυμίες όχι τόσο του κοινού όσο περισσότερο των παραγωγών :
Το σφυρηλάτησε σε ένα B-Movie που περιστρέφονταν γύρω από τις πολεμικές τέχνες αλλά και …τα Cyborgs !

To KNIGHTS είναι μια ταινία του Albert Pyun , με ότι αυτό συνεπάγεται.
Εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν ζωντανό Θρύλο των B-Movies και των Direct to VHS ταινιών δράσης και επιστημονικής φαντασίας. Η παραγωγή ζέχνει από φτήνια και προχειρότητα σε κάθε της έκφανση και το cast αποτελείται από δυο αναγνωρίσιμους , αλλά και οικονομικούς, ηθοποιούς που πλαισιώνονται από την κάποτε πρωταθλήτρια του Kick Box, Kathy Long , και ένα μικρό επιτελείο αφανών ηρώων των B-Movies.
Τα βαριά χαρτιά της ταινίας είναι προφανώς οι τιτάνες Kris Kristofferson και Lance Henriksen.
H συμμετοχή του δεύτερου δεν αποτελεί κάποια έκπληξη μιας και ο , πάντοτε άριστος επαγγελματίας, Lance σπάνια λέει ‘όχι‘ σε μια προσφορά εργασίας. Ο Henriksen , πέρα από χαρακτηριστική μορφάρα, ήταν και είναι ένας σπουδαίος ηθοποιός χαρακτήρων όμως ποτέ του δεν μπόρεσε να κρατηθεί στα μεγάλα σαλόνια της βιομηχανίας. ‘Ύστερα από τα ALIENS και NEAR DARK o Lance εγκλωβίστηκε για τα καλά στο σύμπαν των B-Movies , αλλά ειλικρινά μικρό το κακό μιας και ο τυπάς έχει την σπάνια ικανότητα να εξυψώνει ακόμη και το πιο μικρό και σκατένιο φιλμ μόνο και μόνο με την παρουσία του.
Έτσι και εδώ όταν ξαφνικά κάνει την εμφάνιση του ως ένα Cyborg / φονιάς με …τουρμπάνι και ένα τεράστιο βιομηχανικό χέρι αυτομάτως σε κάνει να αισθάνεσαι κάπως δικαιωμένος που επένδυσες τον χρόνο σου σε αυτή την ταινία !
Στον αντίποδα ο Kris Kristofferson εδώ μάλλον συνεχίζει να πληρώνει το τίμημα της συμμετοχής του στο HEAVEN’S GATE , του μεγαλομανή σκηνοθέτη Michael Cimino.
Όταν έχεις παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο μεγαλύτερο και πιο θρυλικό ‘φλοπ‘ των 80s αναπόφευκτα θα υπάρξουν συνέπειες για την καριέρα σου…

…Βέβαια και ο Kris επίσης είχε την ικανότητα να ανεβάζει κατά πολύ τα B-Movies στα οποία έπαιζε όμως η σκληρή αλήθεια είναι ότι η παρουσία του εδώ σου βγάζει την αίσθηση αγγαρείας. Βλέποντας τον να ‘ερμηνεύει‘ το νιώθεις ότι εκείνη την στιγμή το μυαλό του ταξιδεύει μέχρι το τροχόσπιτο του και το μπουκάλι με Jack Daniels που βρίσκεται κάπου εκεί μέσα.
Όπως και να χει η συμμετοχή των δυο αυτών τιτάνων ανεβάζει το KNIGHTS τουλάχιστον δυο επίπεδα πιο πάνω.
Πάντως αξίζει να δώσουμε και κάποια εύσημα στον Albert Pyun .
Ο σκηνοθέτης έχοντας στην διάθεση του ένα πενιχρό μπάτζετ κατορθώνει να στήσει ορισμένες αρκετά ‘ζουμερές‘ στιγμές φρίκης , όπως για παράδειγμα εκείνη όπου βλέπουμε το ανθρώπινο πετσί του Lance Henriksen να λιώνει και να δίνει την θέση του στο σκουριασμένο μέταλλο και την βραχυκυκλωμένη τεχνολογία…
Πάντως όσο και αν το παλεύει ο δημιουργός η προχειρότητα και η φτήνια της ταινίας του είναι αδύνατον να κρυφτούν. Ολόκληρο το φιλμ γυρίστηκε μέσα σε μερικές εβδομάδες σε μια ερημική κοιλάδα της πολιτείας της Γιούτα . Τα πρακτικά εφέ σε κάποιες περιπτώσεις φαντάζουν εξαιρετικά μάχιμα ενώ σε άλλες πάλι όχι και τόσο. Οι ‘χορογραφίες‘ ξύλου και φονικού είναι ο ορισμός του Camp, μιας και οι κασκαντέρ επιδεικνύουν …υπερβάλλοντα ζήλο. Η μόνη που διαπρέπει εδώ στο ξυλίκι είναι η Kathy Long, όντας πρωταθλήτρια του Kick Box. Που να πάρει η οργή στα credits της ταινίας ΔΕΝ αναγράφεται καν ένας fight coordinator... Ενώ και τα ‘κοστούμια‘ της ταινίας είναι απλά κάτι τουρμπάνια και κάτι κουρέλια !
Θεματολογικά ο Pyun πάει να χτίσει μια μυθολογία γύρω από ένα ‘έκπτωτο‘ Cyborg που λειτουργεί ως κυνηγός κεφαλών απέναντι στο είδος του, μια θνητή αλλά δυναμική γυναίκα που πασχίζει να σώσει τον μικρό αδελφό της από την μηχανική απειλή ταξιδεύοντας μέχρι ‘την πόλη των Cyborgs‘ όπου θα κληθεί να αντιμετωπίσει τον μυστηριώδη αρχιτέκτονα της με την ονομασία ‘Master Builder ‘ αλλά η ταινία αφηγηματικά δεν έχει την παραμικρή συνοχή ή ρυθμό.
Το KNIGHTS είναι ένα αρκετά ασύνδετο κράμα σκόρπιων ιδεών και επιρροών του κατασκευαστή του Albert Pyun , ο οποίος αρχικά το οραματίζονταν σαν ένα sequel της προγενέστερης ταινίας του με τίτλο CYBORG. Ένα φιλμ που επίσης σφυρηλατήθηκε άτσαλα και βιαστικά από άλλες κινηματογραφικές παραγωγές, της διαβόητης CANNON FILMS, έχοντας ως απώτερο στόχο την διάσωση μιας εταιρείας από την χρεωκοπία. Όμως στα τέλη των 80s ο Jean Claude Van Damme μπορεί να ‘σταυρώθηκε‘ για χατίρι της CANNON και του Pyun όμως τελικά απέτυχε να ρίξει Κ.Ο. το σενάριο της χρεωκοπίας και κάπως έτσι τα σχέδια του Pyun για μια ‘συνέχεια‘ ανατράπηκαν άδοξα.
Σεναριακά το KNIGHTS μας τοποθετεί σε άγνωστο τόπο και χρόνο.
Ο πλανήτης έχει διαστρεβλωθεί σε μια αχανή και καυτή Wasteland. Οι λιγοστοί άνθρωποι που έχουν απομείνει, και που επιβίωσαν από τον κλισέ πλέον ‘πυρηνικό όλεθρο‘ , καλούνται συνεχώς να κρύβονται από τα αμείλικτα Cyborgs που τα καταδιώκουν και που έχουν σκοπό να τους αιχμαλωτίσουν και να …στραγγίξουν το αίμα τους …
Ω,ναι τα Cyborgs του KNIGHTS είναι ουσιαστικά ‘βιομηχανικά βαμπίρ’ που έχουν ανάγκη από ανθρώπινο αίμα ώστε να μπορούν να συντηρούνται !

Το KNIGHTS αποτελεί τον ορισμό του , κυριολεκτικά και μεταφορικά, ‘φτηνού‘ B-Movie.
Εδώ βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα Straight to VHS φιλμ που ξεπατικώνει άκομψα και στυγνά ιδέες και εικόνες από λατρεμένες και εμπορικές εργάρες , τύπου MAD MAX, ενώ παράλληλα πασχίζει να καπηλευθεί την επιτυχία που σημείωναν στα 90s οι ταινίες πολεμικών τεχνών ή επιστημονικής φαντασίας.
Και όλα αυτά μέσα από ένα ξεκάθαρα γουέστερν πρίσμα !
Προς τιμήν του ο ίδιος ο Pyun (σε σχόλιο που είχε αφήσει στο blog ενός τυπά που έγραψε για την ταινία του !) παραδέχτηκε ότι το KNIGHTS ήταν ένα συνονθύλευμα από ιδέες και επιρροές το οποίο πήγε στραβά.
Πάντως αυτό μας γίνεται ξεκάθαρο κατευθείαν από το εξώφυλλο της βιντεοκασέτας που απεικόνιζε την ηρωίδα Kathy Long να κραδαίνει ένα σπαθί , δίνοντας μας έτσι την ψευδαίσθηση ότι θα παρακολουθήσουμε ένα θεοπάλαβο και επικό sci-fi φιλμ όπου Cyborgs και…Ιππότες όντως σφάζονται μεταξύ τους…

Το φιλμ αυτό είναι ένα ιδιαίτερο παράδοξο.
Από την μια πρόκειται ξεκάθαρα για μια ταινία ‘μεροκάματο‘ από έναν σκηνοθέτη που θα αναλάμβανε κυριολεκτικά να γυρίσει οτιδήποτε του ζητηθεί. Από την άλλη ο ίδιος ο Pyun στο παρελθόν έχει δηλώσει ότι αν και ποτέ δεν τον ενδιέφεραν τα Cyborgs , και η επιστημονική φαντασία γενικότερα, εκείνος γυρνούσε αδιάκοπα τέτοιου είδους ταινίες επειδή η ‘απήχηση‘ τους του έδινε την δυνατότητα να ‘περάσει τα μηνύματα του στο κοινό‘…
Τι όμως ‘μηνύματα’ έχει να μας δώσει μια ταινία που περιστρέφεται γύρω από έναν Cyborg που ακούει στο Αγγελικό όνομα ‘Gabriel’ και που έχει ορίσει ως σκοπό της ηλεκτρονικής του ύπαρξης να καταδιώκει και να εξοντώνει το ίδιο του το σινάφι ?
Ανάθεμα και αν κανείς κατάλαβε ποτέ του τι ήθελε ‘να πει’ ο Albert Pyun στο κοινό του !
Βέβαια κάποιος… άλλος πιο…πονηρεμένος από εμένα θα μπορούσε να υποστηρίξει το γεγονός ότι ο σκηνοθέτης ‘τελειώνοντας‘ την ταινία του με ένα στυγνό και απότομο Cliffhanger εξαρχής είχε σκοπό να μας ψήσει για μια ακόμη ‘συνέχεια‘ που θα του εξασφάλιζε το επόμενο φιλμ ‘μεροκάματο‘ . Ακόμη θυμάμαι την ήττα που είχα φάει πιτσιρικάς όταν είδα για πρώτη φορά την ταινία στο Μακεδονία τιβι, το μεσημέρι μιας Κυριακής. Επί έναν ολόκληρο μήνα περίμενα το κανάλι να παίξει την “συνέχεια” ώστε να μάθω τι ήταν τελικά ο μυστηριώδης “Master Builder”, τι τρομερά θεάματα κρύβονται στην “Cyborg City” και πως εξελίχθηκε η φάση με την απαγωγή του αδελφού….
Όμως το να κάτσει κανείς να κατηγορήσει , ή ακόμη απλά να ερμηνεύσει, το σινεμά του Θρυλικού Albert Pyun πραγματικά φαντάζει ως μάταιος κόπος.
Στο φινάλε το μόνο που μπορεί να κάνει ο θεατής είναι να ρίξει την βιντεοκασέτα στο Video Player να πατήσει το κουμπί και να ταξιδέψει στα φτηνά, εκκεντρικά αλλά και απρόσμενα ιντριγκαδόρικα σύμπαντα του δημιουργού, πλάι στους βιομηχανικούς του αντιήρωες και ανάμεσα στην λιωμένη σάρκα , το καυτό μέταλλο και τα χαλασμένα κυκλώματα…
‘It was another age, another place. Here time had long emptied the world and in its wake came the cyborgs: mystical, powerful, invincible. And we humans became victims of their hunger.’
Leave a Reply