By Αντρέι Κοτσεργκιν
“Whole city’s goin’ to hell. You can’t take a pee anywhere anymore.”
Νύχτα στην Νέα Υόρκη…
Μία σερβιτόρα ενώ επιστρέφει στο διαμέρισμα της καταλήγει να τρέχει στους δρόμους μιας πόλης που φαίνεται να φωτίζεται μονάχα από μερικές neon ταμπέλες. Δύο νεαρά Καθάρματα την καταδιώκουν με σκοπό να της αρπάξουν την τσάντα.
Ξαφνικά η γυναίκα εντοπίζει την σιλουέτα ενός αστυνομικού. Τρέχει προς το μέρος του ζητώντας βοήθεια και προστασία. Μόλις φτάνει μπροστά του εκείνος κατευθείαν την γραπωνει από τον λαιμό και την στραγγαλίζει λες και είναι αδέσποτη γάτα…
Στο MANIAC COP, του σκηνοθέτη William Lusting, ως θεατές βρισκόμαστε πολύ γρήγορα αντιμέτωποι με έναν επιβλητικό και οργισμένο Τρόμο.
Μία απειλή για την οποία αρχικά γνωρίζουμε μόλις δύο πράγματα :
Α. Ο άντρας αυτός είναι μανιακός.
Β. Είναι (?) επίσης και αστυνομικός.

“Look at the size of those hematomas!”
Ένας μανιασμενος, αιμοδιψής, εκδικητικός και ντυμένος στα δερμάτινα “Χαλκ” σκορπά τον τρόμο και τον θάνατο στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Δηλαδή κάτι σαν το Jason Takes Manhattan (που βγήκε μερικούς μήνες αργότερα) μονάχα που εδώ ο Maniac Cop όντως κόβει βόλτες σε μια μεγαλούπολη.
Το φιλμ αυτό είναι ένα, απρόσμενα, συγκρατημένο και μινιμαλ Slasher ποτισμένο όχι μονάχα με βαθύ κόκκινο αίμα και neon φώτα αλλά και με Action πινελιές. Ο χαρακτήρας και η μυθολογία που στήνονται γύρω από τον μπάτσο / φονιά αποτελούν στυγνο ξεπατικωμα του Jason Voorhees. Όπως και ο Jason έτσι και ο Matt Cordell πεθαίνει και ξαναγεννιέται μέσα από μια φριχτή αδικία. Από θύμα διαστρεβλωνεται σε έναν αμείλικτο και μουγκο σφαγεα, που έχει την ικανότητα να εμφανίζεται κυριολεκτικά από το πουθενά ενώ κατέχει και ένα μεταφυσικό “Healing Factor” που τον καθιστά μια τρομερή και σχεδόν ανίκητη απειλή. Ταυτόχρονα η δερμάτινη φορεσιά του και οι μακάβριες επισκέψεις του στο αστυνομικό τμήμα της Νέας Υόρκης τον κάνουν να φαντάζει και ως ένας “Εξολοθρευτής“, παρόμοιος με εκείνον των Arnold και James Cameron.
Το MANIAC COP ξεκάθαρα δεν είναι μια πρωτότυπη ιδέα όμως οι ελλείψεις του σε αυτόν τον τομέα δεν αποτελούν “πληγές” για το φιλμ. Στην τελική από ένα σημείο και ύστερα τα περισσότερα Slashers απλά ξεπατικωναν προγενέστερα έργα, όπως πχ το HALLOWEEN, το A NIGHTMARE ON ELM STREET αλλά και το αυθεντικό FRIDAY THE 13th (που στην τελική με την σειρά του αποτέλεσε μια πιο γραφική απομίμηση του 70s Giallo φιλμ, σε σκηνοθεσία Mario Bava, με τίτλο A BAY OF BLOOD…).
Σε αντίθεση με άλλα Slashers των 80s το MANIAC COP επιδεικνύει μια αυτοσυγκρατηση στα Kills του. Είναι μετρημένα, άμεσα και ωμά. Μια εύστοχη επιλογή του σκηνοθέτη καθώς στα τέλη των 80s το είδος είχε αρχίσει να ξεπεφτει και ένα μέρος του κοινού είχε αρχίσει να κουράζεται από το ασταμάτητο ΜΑΚΕΛΕΙΟ και την ΣΦΑΓΗ που του πρόσφεραν, τόσο απλόχερα, τα Slashers.
Πάρα τις χτυπητές ομοιότητες με τα FRIDAY THE 13th και THE TERMINATOR το MANIAC COP περνάει στον θεατή μερικά δικά του και cool πραγματάκια. Εδώ ο φονιάς ως όπλο έχει ένα γκλομπ που παράλληλα λειτουργεί και ως ματσετα ενώ οι Lusting και Larry Cohen, πέρα από τα δερμάτινα, “ντύνουν” τον Villain τους με ένα αρκετά τραγικό και υπερβιαιο παρελθόν. Ο Cordell στο παρελθόν υπήρξε πρότυπο Macho και ηρωικού μπάτσου. Διαολε κατόρθωσε σχεδόν μόνος του να ρίξει την Μαφια της Νέας Υόρκης. Τα κατορθώματα του πολλές φορές κατέληγαν στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων γεγονός που εκτόξευσε κατακόρυφα τον ναρκισσισμο του. Όμως μια μέρα ο αστυνομικός βρέθηκε να κολυμπάει σε τόσο βαθιά νερά που ακόμη και το θηριώδες και δυνατό κορμί του δεν μπόρεσε να κρατηθεί σε αυτά. Μια συνωμοσία ανάμεσα στα μεγάλα κεφάλια της πόλης τον έστειλε στην ίδια ακριβώς φυλακή που φιλοξενούσε όλα τα Καθάρματα που ο ίδιος τιμώρησε και φυλάκισε…
Προφανώς η παραμονή του έκπτωτου αστυνομικού / ήρωα στην στενή υπήρξε εξαιρετικά σύντομη. Ο Cordell σφαγιαστηκε από τους συγκρατουμενους του στις ντουζιέρες. “Πέθανε” μόνο και μόνο ώστε να επιστρέψει ως ένα τεράστιο και γεμάτο οργή “Τέρας του Φρανκενσταιν”.

“You Have The Right to Remain Silent. Forever.”
Ο υπότιτλος του πόστερ του MANIAC COP είναι απόλυτα ειλικρινής απέναντι στον θετή. Ιδού ένα ακόμη Slasher φιλμ που έχει αποκλειστικό σκοπό να σε ψυχαγωγησει με την B~Movie αισθητική του, την σκοτεινή ατμόσφαιρα του και με σεκάνς ανελέητου και άμυαλου φονικού.
Το MANIAC COP γεννήθηκε στο μυαλό του Cohen όταν εκείνος μια μέρα συνάντησε τον Lusting και ο δεύτερος του ζήτησε να σκαρφιστεί στα γρήγορα ένα σενάριο για μια ταινία τρόμου. Ο Cohen θυμήθηκε ότι το προηγούμενο φιλμ του Lusting, το MANIAC, είχε σημειώσει μια μικρή επιτυχία και έτσι απλά αποφάσισε να το μπασταρδεψει με το “Cop Movie Meets Horror Movie” τρεντ / φετίχ των 80s. Μια συνταγή κλισέ αλλά και δοκιμασμένη και η οποία τελικά τους βγήκε μια χαρά.
Στο κομμάτι της σκηνοθεσίας ο Lusting αποδεικνύεται αρκετά μερακλής. Η Νέα Υόρκη τις νύχτες φαντάζει ως ένα εξαιρετικά επικίνδυνο μέρος ενώ οι μέρες είναι εντελώς “γκρίζες”. Τα Kills είναι μετρημένα και αποτελεσματικά ενώ και η απεικόνιση του μανιακου μπάτσου / φονιά είναι στιβαρή. Σε αυτό τσονταρει τα μέγιστα και το θηριώδες και χαρακτηριστικό παρουσιαστικο του ηθοποιού Robert Z’Dar, ενώ προφανώς δεν γίνεται να μην κάνουμε και ιδιαίτερη μνεία στο σήμα κατατεθέν πηγούνι του! Επίσης εδώ ο σκηνοθέτης χτίζει και κάνα δύο πολύ αξιόλογες σεκάνς τρόμου.
Μιας και πιάσαμε τα πηγούνια στο MANIAC COP πρωταγωνιστει ο Τιτάνας Bruce Campbell και μάλιστα σε έναν απρόσμενα σοβαρό και όχι ιδιαίτερα εκφραστικό ρόλο. Ο Bruce ενσαρκώνει έναν άκρως αμφιλεγόμενο μπάτσο που ξαφνικά μια νύχτα βρίσκεται μπλεγμένος σε μια αλληλουχία φόνων. Η αλήθεια είναι ότι η ταινία δεν αξιοποιεί πλήρως τα ταλέντα του Bruce. Μάλιστα ο ίδιος είχε παραδεχτεί ότι δέχτηκε τον ρόλο μόνο και μόνο για τα φράγκα και ότι δεν έχει και την καλύτερη εντύπωση για το φιλμ. Όπως και να χει εδώ έχουνμε μια ιστορική και επική συνύπαρξη / αναμέτρηση ανάμεσα σε δύο από τα πιο Macho πηγούνια του Hollywood!
Πέραν των Campbell και Z’Dar στο MANIAC COP πετυχαίνουμε και αρκετές άλλες μορφαρες. Ο ορίτζιναλ “Shaft” Richard Roundtree ενσαρκώνει έναν “βρώμικο” αρχηγό της αστυνομίας, η Laurene Landon παίζει μια δυναμική μπατσινα που μπλέκεται σε ένα ερωτικό τρίγωνο με ολέθριες συνέπειες ενώ έχουμε cameos από τον περίφημο μποξέρ Jake LaMotta, τον ίδιο τον Lusting αλλά και τον Sam Raimi! O Raimi υποδύεται έναν ρεπόρτερ που καλύπτει τους εορτασμούς της Saint Patrick’s Day και αξίζει να σημειωθεί ότι γύρισε μόνος του τις σκηνές του γεγονός που βοήθησε τον Lusting να γλιτώσει μερικά φράγκα από το, περιορισμένο, μπάτζετ του.
Μία άκρως ενδεικτική χειρονομία συνάδελφικης αλληλεγγύης από μεριάς του Raimi που μας θυμίζει το ποσό μεγάλη αγάπη έχει ο τύπος αυτός για το σινεμά αλλά και την κατανόηση που τρέφει απέναντι σε σκηνοθέτες που καλούνται να χτίσουν μια ταινία έχοντας λίγα εφόδια στην διάθεση τους. Στην τελική ο Raimi μέσα από το πρώτο The Evil Dead φιλμ του υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους του “Do it Yourself” χαμηλού μπάτζετ Horror σινεμά.

“He’ll kill again… he enjoys killing.”
To MANIAC COP εισέβαλε στις αίθουσες τον Μάη του 88. Απέτυχε να πετσοκοψει το Box Office όμως όταν βγήκε σε βιντεοκασέτα έβγαλε κάποια φράγκα γεγονός που μας οδήγησε σε δύο, straight to VHS, sequels και κατά συνέπεια σε μια τριλογία. Με τα χρόνια απέκτησε και ένα Cult στάτους και κοινό. Ανάμεσα στους εκτιμητες του συναντάμε και τον σκηνοθέτη N. W. Refn που εδώ και χρόνια επιθυμεί να χτίσει, ως παραγωγός, ένα Remake. Λογικό μιας και ένας μουγκος, ανέκφραστος και στωικος φονιάς, οι neon φωτισμοί της Νέας Υόρκης και οι “βρώμικοι” μπάτσοι συμβαδίζουν απόλυτα με τα σινε~ φετίχ του Refn! Το 2019 μάθαμε ότι το πρότζεκτ εξελίχθηκε σε σειρά του HBO, με τον John Hyams να αναλαμβάνει την σκηνοθεσία και με τον παραγωγό Refn να συνυπογράφει το σενάριο μαζί με τον Ed Brubaker.
Σύμφωνα με παλαιότερες δηλώσεις των Refn και Hyams το δικό τους “MANIAC COP” θα λειτουργούσε ως μια “Horror και Action Οδύσσεια που θα εκτυλίσσεται στο Λος Άντζελες και θα λειτουργεί ως ένα καλειδοσκοπιο μέσα στο οποίο θα διακρίνεις από μπάτσους μέχρι και απλούς εγκληματίες. Σε αυτό το σκηνικό ένας ένστολος φονιάς θα σπέρνει το χάος στους δρόμους. Η παράνοια θα οδηγήσει σε κοινωνική αναταραχή καθώς η πόλη προσπαθεί να λύσει το μυστήριο γύρω από το αν έχει να αντιμετωπίσει έναν θνητο “Εξολοθρευτή” ντυμένο στα μπλε ή μια μεταφυσική δύναμη. ” Με τον Refn να τονίζει επίσης ότι η σειρά θα λειτουργεί ως” Ένας δυνατός σχολιασμός απέναντι στην κατρακύλα του πολιτισμού μας”.
Κρίνοντας πάντως με βάση την κεντρική ιδέα και αισθητική του πρότζεκτ και το γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό δεν έχουμε το παραμικρό update γύρω από αυτό θα κάνω την υπόθεση ότι το “MANIAC COP” των Refn και Brubaker ίσως να εξελίχθηκε στην πρόσφατη τηλεοπτική συνεργασία τους, με τίτλο Too Old to Die Young. Μια αργόσυρτη, στιλάτη και Ultraviolent σειρά που διακρίνεται από όλα τα σκηνοθετικά φετίχ του Refn και που μάλλον πέρασε σχετικά απαρατήρητη από τους Αμερικανούς θεατές…

“They don’t make cops like him anymore. He was one of a kind.”
Πάντως το MANIAC COP (πιθανότατα εσκεμμένα μιας και ο Cohen έχει γράψει ταινίες τρόμου όπως το The Stuff που λειτουργούσε και ως πανέξυπνη σάτιρα απέναντι στον καταναλωτισμο) περνάει και μερικά “βαριά” κοινωνικοπολιτικα μηνύματα γύρω από την Αμερική του Ρόναλντ Ρηγκαν.
Εδώ όταν ένας μπάτσος χάνει τον έλεγχο και ξεκινά να πετσοκοβει κοσμάκη ( αθώο ή ένοχο δεν έχει την παραμικρή σημασία) αλλά και τους ίδιους του τους συναδέλφους μια ολόκληρη πόλη τρομοκρατειται και γρήγορα καταλήγει να εγκλωβιστει σε ένα κλίμα απόλυτης δυσπιστίας, φόβου και παράνοιας. Σε αυτή την κοινωνία όταν ένας πολίτης πέφτει επάνω σε έναν αστυνομικό σπεύδει να τον πυροβολήσει ο ίδιος, διότι τρέμει για την ζωή του. Στον αντίποδα η ηγεσία της αστυνομίας κάνει ότι περνάει από το χέρι της για να κουκουλωσει τους φόνους που φαίνεται να τους διαπράττει ένα από τα όργανα της…
Στο MANIAC COP οι Cohen και Lusting διαστρεβλωνουν πλήρως την παραδοσιακή εικόνα του ένστολου αστυνομικού που, υποτίθεται, ότι εμπνέει μια αίσθηση ασφαλείας και δικαιοσύνης στον πολίτη σε κάτι το σκοτεινό, ανίερο, υπερβιαιο και εξαιρετικά τρομαχτικό.
Σήμερα το MANIAC COP από ένα τυπικό και ψυχαγωγικό Slasher των 80s μοιάζει να έχει εξελιχθεί σε μια απίστευτα δριμεία, αιχμηρή και επίκαιρη σάτιρα. Το φιλμ αυτό λειτουργεί σαν μια “σφαίρα” που εξωστρακιστηκε και παραδόξως πέτυχε διάνα έναν στόχο, χωρίς να το περιμένει κανείς μας.
Leave a Reply